You are currently viewing 2013 | Οδοιπορικό στα Μικρασιατικά Παράλια
Ιεράπολη της Φρυγίας- Αρχαίο θέατρο

2013 | Οδοιπορικό στα Μικρασιατικά Παράλια

Οδοιπορικό στα Μικρασιατικά Παράλια

(28 Ιουνίου – 7 Ιουλίου 2013)

Οδοιπορικό στα Μικρασιατικά παράλια που κάποτε ήταν όλα ελληνικά.

Προσκύνημα σε πόλεις και χωριά που μεγαλούργησε ο Ελληνισμός και σε μνημεία που αναπτύχθηκε ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός.

Συμμετείχαν 100 μέλη μας.

 

Της Κυριακής Χρ. Βαζδιρβανίδου,

θεολόγου, δικαστικής υπαλλήλου

 

Πρόσφατα ονειρεύτηκα ότι έκανα ένα υπέροχο ταξίδι στο χώρο και το χρόνο με συνοδοιπόρους την οικογένειά μου και πολλούς καλούς φίλους. Φαντάστηκα ότι επισκέφθηκα τη Φρυγία, την Πισιδία, τη Λυκία, την Καρία, την Ιωνία και την Αιολία. Ένα ταξίδι μνήμης, ένα προσκύνημα στα άγια χώματα των προγόνων μου, στην αιματοβαμμένη Μικρά Ασία. To σήμερα σεβάστηκε το ένδοξο χθες και πήρε τη θέση του διακριτικά στη σκιά.

Μπήκαμε, λέει, σε ένα καράβι και αφήνοντας πίσω μας το ρομαντικό νησί των Ιπποτών, τη Ρόδο, ταξιδέψαμε απέναντι, στη Μαρμαρίδα. Ο Φύσκος -ονομασία της Μαρμαρίδας κατά την ελληνιστική περίοδο- αποτελούσε μαζί με τη Ρόδο τη «Δωρική Εξάπολη». Στη σύγχρονη αυτή πόλη έστεκε έως σήμερα ένας μεσαιωνικός πύργος, ο οποίος είναι ορατός από το λιμάνι, σ’ ένα λόφο βρίσκονται υπολείμματα ελληνικών τειχών, το δε φυσικό τοπίο -πολύ όμορφο και οικείο- δεν διέφερε από τα απέναντι παράλια. Γρήγορα αντιλήφθηκα ότι το ταξίδι αυτό θα ήταν γεμάτο εικόνες και συναισθήματα. Στο μαγικό ταξίδι μας είχαμε ξεναγό τον Εκρέμ, καταγόμενο από τα Πομακοχώρια της Ξάνθης.

Ανεβήκαμε στο λεωφορείο και διανύσαμε αρκετά χιλιόμετρα διασχίζοντας πευκόφυτες περιοχές με προορισμό τη Λυκία, το νοτιοδυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας. Η Λυκία συνορεύει στα δυτικά με την Καρία, στα βόρεια με τη Φρυγία, στα βορειανατολικά με την Πισιδία και στα ανατολικά με τη Παμφυλία. Το μυαλό μου ανέτρεξε στην Ιλιάδα, όταν ο Πάτροκλος σκοτώνει τον εξέχοντα ήρωά της, τον Σαρπηδόνα. εκεί επεμβαίνει ο Δίας και δίνει εντολή στον Απόλλωνα για την ανάληψη του νεκρού Σαρπηδόνα από το πεδίο της μάχης και τη μεταφορά του στην πατρική Λυκία.

Στα όρια των ιστορικών περιοχών της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας, της Λυκίας και της Καρίας, να΄σου μπροστά μας η Μάκρη, η αρχαία Τελμησσός, που τον 8ο αιώνα μ.Χ. μετονομάστηκε σε Αναστασιούπολη από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αναστάσιο Β’. Την ονομασία Μάκρη έλαβε το 10ο αιώνα από το όνομα της ομώνυμης νησίδας που βρίσκεται στην είσοδο του κόλπου. Στα βράχια πάνω από την αγορά της πόλης δεσπόζουν επιβλητικοί λαξευτοί λυκιακοί τάφοι -μάλλον στο όνειρο ανακατεύτηκαν οι θύμισες από την πανέμορφη Αμάσεια του Πόντου. την είχα επισκεφθεί σε άλλο ονειρικό ταξίδι, όπου αντίστοιχα ταφικά μνημεία λαξεμένα στους βράχους δέσποζαν πάνω από την πόλη. Διασώζονται ερείπια αρχαίου θεάτρου στην παραλία της Μάκρης και πολύ λίγα ελληνικά σπίτια. Η Μάκρη διατηρούσε τον ελληνικό πληθυσμό της μέχρι το 1923, οπότε με την ανταλλαγή των πληθυσμών που προέβλεπε η συνθήκη της Λωζάνης οι περισσότεροι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν στην ανατολική Αττική και ίδρυσαν τη Νέα Μάκρη. Σήμερα η Μάκρη είναι ένα από τα σημαντικότερα τουριστικά θέρετρα της Τουρκίας. Το 1934 οι Τούρκοι μετονόμασαν την πόλη σε Φετιγιέ από το όνομα ενός Τούρκου που υπήρξε από τους πρώτους πιλότους της Τουρκικής αεροπορίας, του Fethi Bey.

Η πρώτη έκπληξη της εκδρομής ήταν η επίσκεψη στο Λοιβίσι (ή Λιβίσι) (Καρμυλησσός, Kaya), στην πόλη φάντασμα. Η γενέτειρα του σύγχρονου αγίου γέροντα Ιακώβου Τσαλίκη είναι σήμερα μια εγκαταλελειμμένη πόλη 3.200 κατεστραμμένων σπιτιών. Με το βάναυσο κυνήγι που υπέστησαν οι κάτοικοι κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή, άφησαν πίσω τις περιουσίες τους, τα υπέροχα σπίτια με το λουλακί χρώμα στους τοίχους και τα περήφανα τζάκια, μάρτυρες μιας ακμάζουσας εποχής, τα οποία, όμως, σήμερα στέκονται κατεστραμμένα και ερειπωμένα. Δεν μπορεί κανείς να μην ανατριχιάσει μπροστά σε μια τέτοια εικόνα εγκατάλειψης, δεν μπορεί να μην πονέσει για την ομορφιά που χάθηκε… Η επιβλητική εκκλησία των Ταξιαρχών με τη λιθόστρωτη αυλή μας μεταφέρει νοερά στις απέναντι όχθες των πλακόστρωτων εκκλησιών της Σύμης, του Καστελόριζου, της Ρόδου. Δυστυχώς δεν διασώζονται αγιογραφίες. Ο ξεναγός μας δείχνει μακριά προς το λόφο τη γραφική εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα πληγωμένη από την ύπαρξη μιας τουρκικής σημαίας που ανέμελα κυματίζει δίπλα της. Κοντοστέκουμε να δροσιστούμε σε μία βρύση με ελληνική επιγραφή και διαβάζουμε: «ΔΗΜΟΣ ΛΟΙΒΙΣΙΟΥ ΤΩ ΕΥΕΡΓΕΤΗ ΓΕΩΡΓΙΩ Π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ….1910». Γνωστοί ευεργέτες της πόλης ήταν οι: Χατζη-Νικόλαος Λουιζίδης, έμπορος μεταλλείων χρωμίου, που δώρισε το «Λουιζίδειο σχολείο» στην πατρίδα του, το Λοιβήσι, ο Αλκιβιάδης Σαράφης, διδάσκαλος και ο Μιχαήλ Μουσαίος. Ο τελευταίος υπήρξε πασίγνωστη προσωπικότητα της Λυκίας, που οι συμπατριώτες του τον ονόμαζαν «το φως του Λοιβησίου», παππούς του Πλάτωνα Μουσαίου και της Καλλιόπης Μπουγιούκου, που εξέδωσε «Τις παροιμίες της Μάκρης και του Λοιβησίου». Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι το 1896, λειτουργούσαν στο Λοιβήσι δύο σχολεία, με 400 παιδιά: αρρεναγωγείο (έτη 1910-1912) με 420 – 440 μαθητές και 5 δασκάλους και παρθεναγωγείο με 240-250 μαθήτριες και 3 δασκάλες.

Θέλαμε να προχωρήσουμε, αλλά η νύχτα, που είχε πια απλώσει τα δίχτυα της, μας εμπόδισε. Την επόμενη μέρα ξεκινήσαμε πρωί πρωί την πορεία μας. Μας προξένησε ιδιαίτερη εντύπωση η εικόνα λευκών ατέλειωτων πανιών που απλώνονταν δεξιά και αριστερά στο δρόμο μας. Παρατηρώντας προσεκτικότερα συνειδητοποιήσαμε πως επρόκειτο για ατέλειωτες σειρές θερμοκηπίων, των οποίων η έκταση φαινόταν αδύνατο να υπολογιστεί, όπως και οι συνέπειες στο φυσικό περιβάλλον. Ακολουθώντας τον παραλιακό δρόμο, ένα πολύ ωραίο τουριστικό θέρετρο έκανε την εμφάνισή του. ΄Ηταν το Καλαμάκι με την εκκλησία -τζαμί σήμερα- της Παναγίας να ξεχωρίζει ανάμεσα απ΄ τα σπίτια, το όνομα του οποίου πήρε περιοχή αντίστοιχης ομορφιάς  στα παράλια της Αττικής γης.

Στην κοντινή περιοχή βρίσκεται η πόλη Μύρα (Ντέμρε στα τουρκικά),  η οποία πλούτισε χάρη στο θαλάσσιο εμπόριο και στην τροφοδοσία με μύρα από το δέντρο Liquidamber orientalis. Χρέος και μεγάλη μας επιθυμία το προσκύνημα στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου Αρχιεπίσκοπου Μύρων της Λυκίας, του Θαυματουργού,βυζαντινό κτίσμα του 13ου αιώνα με υπέροχα μωσαϊκά, που βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση. Ανατρέχοντας στην ιστορία μάθαμε ότι τα Μύρα υπήρξαν πλούσια και ισχυρή πόλη της Λυκίας με αυτόχθονα πολιτισμό που άρχισε να αναπτύσσεται από την Εποχή του Χαλκού. Στο πέρασμα των αιώνων, όμως, γνώρισαν πολλούς κατακτητές από Ανατολή και Δύση. Πρώτα έφθασαν οι Πέρσες, μετά η πόλη πέρασε στα χέρια των Ελλήνων, των Ρωμαίων, των Αράβων και τελικά τον 11ο αιώνα στων Σελτζούκων Τούρκων που έκαναν άγριες σφαγές. Τα Μύρα ως τον 13ο αιώνα είχαν εγκαταλειφθεί. Στο μεταξύ, έμποροι είχαν μεταφέρει στο Μπάρι της Ιταλίας οστά, που, όπως είπαν, ανήκαν στον Άγιο Νικόλαο.Ο ξεναγός μας ενημέρωσε ότι ο Επίσκοπος Μύρων, τιτουλάριος στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, τελεί τη Θεία Λειτουργία κάθε χρόνο στην πανήγυρη του ναού στις 6 Δεκεμβρίου. Υπάρχει, όμως, νοικιασμένο διαμέρισμα στα Μύρα για την εξυπηρέτηση των όποιων αναγκών. Αφήσαμε τα Μύρα με μία παράξενη αίσθηση προερχόμενη από τα γύρω από την εκκλησία μαγαζιά, που πουλούσαν εικόνες. Τουλάχιστον απρόσμενο να αντικρίζει κανείς ορθόδοξες εικόνες να… διαφημίζονται σε τεράστιες αφίσες εντός μουσουλμανικού κράτους. Στο βωμό, όμως, του κέρδους φαίνεται ότι γίνονται πολλές θυσίες…

Επόμενος σταθμός του ταξιδιού μας ήταν η πανέμορφη παραλιακή πόλη της Μικράς Ασίας, Αττάλεια (Antalya) της Παμφυλίας.Χτισμένη σε στρατηγική θέση πάνω στη θάλασσα ανάμεσα στη Μεσόγειο και την οροσειρά του Ταύρου, η Αττάλεια εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο σημαντικά λιμάνια σε όλη την ανατολική Μεσόγειο. Ιδρύθηκε από τον Άτταλο Β’, βασιλέα της Περγάμου τον 2ο αιώνα π.Χ. Είναι ο ίδιος που ίδρυσε την περίφημη στοά του Αττάλου στην πόλη των Αθηνών. Ο Άτταλος όταν βρέθηκε στην ευρύτερη περιοχή έστειλε ανθρώπους να βρουν ένα τόπο που να μοιάζει με παράδεισο για να χτίσει την πόλη του. Αυτοί όταν αντίκρισαν τον κόλπο της Αττάλειας και την ομορφιά του όλου τοπίου αμέσως πρότειναν τον συγκεκριμένο τόπο στον Άτταλο, ο οποίος ενθουσιασμένος ίδρυσε τη νέα πόλη. Η πόλη διακρίνεται σε παλιά και σύγχρονη. Η παλιά πόλη, πλακόστρωτη, είναι γεμάτη από ελληνικά σπίτια μιας άλλης εποχής, υπάρχουν δε ελληνικές ορθόδοξες εκκλησίες. Περπατήσαμε το βράδυ στα σοκάκια της και νιώσαμε ότι βρισκόμαστε στην Πλάκα με τα ατέλειωτα τουριστικά καταστήματα. Οι μαγαζάτορες διαλαλώντας τα προϊόντα τους, όταν αντιλαμβάνονταν πως είμαστε Έλληνες έσπευδαν να μας προσφωνήσουν «Μαρία» ή «Γιώργο» και να μας επιδείξουν τα ατέλειωτα καλούδια τους. Κάθε χρόνο, μας ενημέρωσε ο Εκρέμ, στην πόλη της Αττάλειας λαμβάνει χώρα το πιο γνωστό στην Τουρκία φεστιβάλ κινηματογράφου, το οποίο συγκεντρώνει πολύ κόσμο. Το έπαθλο του νικητή είναι το «χρυσό πορτοκάλι».

Βρεθήκαμε στο ναό των Αγίου Αλυπίου και Αποστόλου Παύλου, τον πρώτο ορθόδοξο ναό που λειτουργεί κανονικά με μόνιμο ιερέα εκτός περιοχής Κωνσταντινούπολης μετά το 1922 και ο οποίος ανακαινίστηκε πρόσφατα με φροντίδες του οικείου ποιμενάρχη. Χοροστατούντος του Μητροπολίτη Πισιδίας κ. Σωτηρίου και με χορό κυριών από τη Ρωσία στο ψαλτήρι, παρακολουθήσαμε την κυριακάτικη Θεία Λειτουργία με ιδιαίτερη πνευματική κατάνυξη. Ο μητροπολίτης, μετά από μία δέηση καλωσορίσματος, μας υποδέχτηκε και σε προσφώνησή του αναφέρθηκε στον ηρωισμό, τη θερμουργό πίστη, την ειρήνη ψυχής και την ακατάβλητη θέληση των χιλιάδων Μαρτύρων της Εκκλησίας πού έβαψαν με το αίμα τους την Αγιοτόκο Πισιδία και Παμφυλία. Μάλιστα δε σε μία μόνο μέρα εορτάζουμε μαζί 15.000 μάρτυρες της Πισιδίας. Στο τέλος ο Σεβασμιότατος μας έδωσε ως ευλογία την εικόνα της «Συνάξεως των εν Πισιδία διαλαμψάντων Αγίων»,ενώ σε αντιφώνησή του ο κ. Σταύρος Πανουσόπουλος, Πρόεδρος του Οικουμενικού Ελληνισμού, τόνισε τη σημαντικότητα της διακονίας του μητροπολίτη στην αιματοβαμμένη αυτή γη, του προσέφερε δε ένα βιβλίο ως αναμνηστικό δώρο. Ένας από τους τελευταίους αγίους μάρτυρες της Τουρκοκρατίας έλκει την καταγωγή του από την Αττάλεια, ο άγιος Γεώργιος ο νεομάρτυς, ο εξ Ατταλείας, ο οποίος παρέδωσε το πνεύμα του στις 25 Ιουνίου 1823.

Ολοκληρώνοντας την επίσκεψή μας στην Αττάλεια επισκεφθήκαμε το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης με την πολύ μεγάλη ποικιλία εκθεμάτων, αλλά και κειμηλίων που άφησαν οι κάτοικοι όταν έφυγαν διωγμένοι το ΄22.Το άκουσμα της πόλης Πέργη, του επόμενου δηλαδή σταθμού μας, έφθασε στα αυτιά μου σαν ένα οικείο άκουσμα από τα μαθητικά μου χρόνια. Ο πρώτος μεγάλος αρχαιολογικός χώρος που επισκεφθήκαμε ήταν η εντυπωσιακή σε έκταση αρχαία πόλη της Πέργης. Ο ξεναγός ξεδίπλωσε μπροστά μας τις σελίδες της ιστορίας της κι εμείς αφεθήκαμε στο γλυκό ταξίδι. Οι Κάλχας και Μόψος, μάντεις των Αχαιών, όταν τελείωσε ο πόλεμος στην Τροία, δεν ακολούθησαν το δρόμο πίσω για τη μητροπολιτική Ελλάδα, αλλά κατέβηκαν προς το νότο. Όταν έφτασαν στο χώρο της Πέργης αποφάσισαν να εγκατασταθούν εκεί και μάλιστα γνωρίζουμε ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα το όνομα της πόλης ήταν Μοψοπία (από το μάντη Μόψο). Το 546 π.Χ. η Πέργη καταστρέφεται από τους Πέρσες και στα ελληνιστικά χρόνια ξαναχτίζεται εν μέρει, ενώ το 133 π.Χ. ο ηγεμόνας της Άτταλος Γ΄ την παραχωρεί στους Ρωμαίους.  Η χρυσή εποχή ακμής της πόλης ήταν μεταξύ 1ου και 2ου μ. Χ. αιώνα, ενώ κατά το Βυζάντιο συνεχίζει την πορεία της στο χρόνο. Από τον 7ο μ.Χ. εξαιτίας αραβικών επιδρομών μέσω θαλάσσης οι κάτοικοι αναγκάζονται να αφήσουν τα παράλια και να προχωρήσουν προς την ενδοχώρα. Εγκατέλειψαν, λοιπόν, τις λαμπρές πόλεις των παραλίων Μίλητο, Έφεσο και  Πέργη αφήνοντάς τις πίσω στην πορεία της ιστορίας, σε ένα ταξίδι χωρίς γυρισμό. Η εγκατάλειψη φέρνει τη φθορά και η φύση με τη σειρά της καλύπτει κάθε τι εγκαταλελειμμένο κι αυτή η εικόνα φθάνει στο σήμερα. Εντυπωσιακή, παρά ταύτα, είναι η κεντρική οδός της Πέργης που ξεκινάει από την ελληνιστική της πύλη. Διασώζεται με δύο πύργους δεξιά και αριστερά και στη μέση ανοίγεται η λεωφόρος, μοναδική στο είδος της, διότι κατά μήκος της υπήρχε κανάλι με νερό για να ηρεμεί και να γαληνεύει τους διαβάτες της πόλης. Από τη μέση διέρχονταν οι άμαξες, ενώ δεξιά και αριστερά υπήρχαν στοές με κίονες, ώστε οι διερχόμενοι να προστατεύονται από τις καιρικές συνθήκες.Σε έναν από τους κίονες αυτούς εικονίζεται η Περγαία Άρτεμη. Υπάρχουν μαρμάρινες βάσεις, όπου κάποτε πάνω τους στηρίζονταν αγάλματα. Πολλά από αυτά τα είδαμε στο Μουσείο της Αττάλειας. Η λεωφόρος συνεχίζεται ως την ακρόπολη. Στην πόλη υπήρχαν λουτρά ελληνιστικά, τα οποία έγιναν μεγαλύτερα σε έκταση κατά τη ρωμαϊκή εποχή. Αριστερά της ελληνιστικής πύλης υπάρχει ειδικός χώρος με κρήνη και παλαίστρα (γυμναστήριο), που διακρίνεται σε τρεις επιμέρους θαλάμους, το καλντάριο, το τεπιτάριο και το κλινιτάριο, όπου με τη χρήση αγωγών επιτυγχανόταν σταδιακά αυξανόμενη θερμοκρασία σε κάθε χώρο, ανάλογα με τις απαιτήσεις. Ενημερωθήκαμε ότι το εσωτερικό τους ήταν από όνυχα και μάρμαρο, αλλά και ότι χρησιμοποιούνταν τύπος υποδαπέδιας θέρμανσης!

Στη μέση της κεντρικής αγοράς της Πέργης υπήρχε ο ναός του Κερδώου Ερμή, ώστε να βοηθά τους καταστηματάρχες στις εμπορικές τους συναλλαγές, ενώ σε σχήμα τετραγώνου γύρω από το ναό αναπτυσσόταν το παζάρι. Τριγύρω από το παζάρι υπήρχαν μαγαζιά και πιο πίσω από αυτά περιμετρικά ήταν τα ακριβά εμπορικά καταστήματα. Την προσοχή μας τράβηξε ένα μαρμάρινο θωράκιο μπροστά από τα ερείπια ενός καταστήματος της αγοράς, το οποίο απεικόνιζε ένα μαχαίρι και έναν γάντζο. Εύκολα συμπέραινε κανείς ότι το συγκεκριμένο μαγαζί που έφερε το θωράκιο, ήταν ένα χασάπικο.

Περπατώντας δεξιά της αγοράς βρεθήκαμε μπροστά στα ερείπια ενός ναού. διασώζεται μόνο ο χώρος του ιερού. Η επιγραφή ανέφερε στα τουρκικά «Βασιλική -6ος αιώνας», αφιερωμένη στον Απόστολο Παύλο, ο οποίος σε περιοδεία του μετά την Αντιόχεια βρέθηκε στην Πέργη.

Φεύγοντας είδαμε εξωτερικά το αρχαίο θέατρο της πόλης. Η είσοδος δεν επιτρεπόταν διότι διενεργούνταν εργασίες συντήρησης.

Αργότερα, την ίδια μέρα επισκεφθήκαμε το καλύτερα διατηρημένο θέατρο των ρωμαϊκών χρόνων, το θέατρο της Ασπένδου. Χτίστηκε το 155 μ.Χ. από τον αρχιτέκτονα Ζήνωνα και έχει τέλεια ακουστική. Αριθμεί 7.000 θέσεις με διαζώματα και διαδρόμους, αλλά και στοές. Οι Ρωμαίοι δεν χρησιμοποίησαν μόνο τη φυσική βουνοπλαγιά, αλλά επέκτειναν με τεχνικές το χώρο για να προστεθούν θέσεις. Διασώζονται η ορχήστρα, τα έδρανα, η σκηνή και το προσκήνιο.

Νέα μέρα, νέοι προορισμοί. Διασχίζοντας την οροσειρά του Ταύρου, περάσαμε, χωρίς να σταματήσουμε, από τη Σαγαλασσό. Είναι αρχαιολογική τοποθεσία στην νοτιοδυτική Τουρκία, περίπου 100 χιλιόμετρα βόρεια της Αττάλειας και 30 χιλιόμετρα από το Μπουρντούρ και την Ισπάρτα (την αρχαία Σπάρτη της Μικράς Ασίας). Όταν, όμως, περάσαμε κοντά από τη γραμμή Αφιόν Καραχισάρ-Εσκί Σεχίρ οι μνήμες άρχισαν να αναμοχλεύονται. Η συγκίνηση του ελληνικού μετώπου που «έσπασε», επέβαλε μία ανατριχιαστική σιωπή περισυλλογής και μνημοσύνου. Επηρεασμένοι από τη σημαντικότητα του τόπου συνεχίσαμε το δρόμο μας.

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον προσεγγίσαμε έναν ακόμη υπέροχο αρχαιολογικό χώρο. Η Λαοδίκεια η εν Φρυγία παρουσιαζόταν επιβλητική μπροστά μας. Ο ξεναγός μας αποκάλυψε ότι είχε πάνω από 10 χρόνια να την επισκεφθεί. Στο διάστημα αυτό η αρχαιολογική σκαπάνη είχε φέρει στο φως μεγάλο μέρος της πόλης, ενώ οι ανασκαφές  από το πανεπιστήμιο του Παμούκαλε βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη. Εξαιρετικής σημασίας είναι το ψηφιδωτό που ανακαλύφθηκε στην Εκκλησία του Τιμίου Σταυρού. το ονόμασαν τα «Μάτια του Θεού», το πρώτο στην Τουρκία, που όμοιό του έχει βρεθεί σε ιερούς χώρους της Αιγύπτου. Η εκκλησία κατασκευάστηκε με εντολή του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου την περίοδο 312-320 και εντός της υπάρχει βαπτιστήριο που θεωρείται από τα αρχαιότερα του χριστιανικού κόσμου. Η Λαοδίκεια είναι κτισμένη εκεί που ο ποταμός Λύκος συμβάλλει με τον ποταμό Μαίανδρο, σημερινό Εσκί Ισάρ. Οι απαρχές της ίδρυσης της πόλης τοποθετούνται μεταξύ 2ου και 3ου αιώνα π.Χ., μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η περιοχή περιήλθε στην εξουσία του Αντίγονου και αυτός της έδωσε το όνομα της συζύγου του, Λαοδίκειας. Η τοποθεσία στην οποία είναι κτισμένη την καθιστά κομβικής σημασίας, αφού βρίσκεται στο μέσο της διαδρομής Μεσογείου-Εύξεινου Πόντου και κατά συνέπεια υπήρξε σημαντικός εμπορικός σταθμός. Περπατώντας στο χώρο αντικρίσαμε το εντυπωσιακό αρχαίο θέατρο  της Λαοδίκειας (2ος π.Χ) χωρητικότητας 25.000 θεατών, ενδεικτικό του μεγάλου πληθυσμού της πόλης. Το σεργιάνι στην αρχαία αγορά μας οδήγησε σε έναν δρόμο με μαρμάρινα τραπέζια, όπου όπως καταλάβαμε χρησίμευαν για επιτραπέζια παιχνίδια, τα οποία, μάλιστα, για διευκόλυνση των διαγωνιζομένων είχαν τη δυνατότητα να μετακινηθούν. Μία από τις επτά εκκλησίες που αναφέρονται στην Αποκάλυψη είναι και αυτή της Λαοδίκειας, μία από τις πρώτες πόλεις που εκχριστιανίστηκαν, η οποία συνδέεται με τον Απόστολο Παύλο.

Στην Φρυγία βρίσκεται η πόλη Κολοσσές, όνομα που μας παραπέμπει στην Προς Κολοσσαείς Επιστολή του Αποστόλου Παύλου ή Χώνες, που μας θυμίζουν το θαύμα το Αρχάγγελου Μιχαήλ (6 Σεπτεμβρίου). Ειδωλολάτρες ήθελαν να καταστρέψουν το ναό και να μολύνουν το αγίασμα που βρισκόταν στην περιοχή και έστρεψαν τη ροή δύο ποταμών προς την κατεύθυνσή του. Όταν ο ευλαβής Άρχιππος προσευχήθηκε θερμώς στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, εκείνος εμφανίστηκε και αφού χάραξε το σημείο του σταυρού σε συγκεκριμένο σημείο, πάνω σε μία ψηλή πέτρα, που ήταν κοντά στο ναό, η γη σείστηκε τρομερά και η πέτρα σχίστηκε. Έπειτα με μεγάλη και λαμπρή φωνή πρόσταξε τους ποταμούς λέγοντας: «Στη χώνη αυτή χωνευθείτε ποτάμια» κι έτσι σώθηκε ο ναός και δεν μολύνθηκε το αγίασμα. Από τότε και έως σήμερα χωνεύεται και χάνεται εκεί το νερό με παράδοξο τρόπο. Γι’ αυτό ο τόπος ονομάστηκε Xώνες.

Το ταξίδι συνεχίστηκε και ο μακρύς δρόμος οδηγούσε στην Ιεράπολη της Φρυγίας, το σημερινό Παμούκαλε. H Ιεράπολη είναι ένα θαυμαστό αξιοθέατο που συνδυάζει ένα μοναδικό φυσικό τοπίο με μια εντυπωσιακή αρχαία πόλη. Για το λόγο αυτό προστατεύεται από την UNESCO ως μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Το εκθαμβωτικό τοπίο που σχηματίζουν τα ασβεστικά άλατα δημιουργώντας μικρές λιμνούλες βαμβακιού, μας άφησε άφωνους.Πρόκειται για συμπαγείς αποθέσεις ιζημάτων από τη ροή των ασβεστολιθικών υδάτων που αναβλύζουν στην περιοχή. Οι λευκές σχηματοποιημένες λίμνες, οι σταλακτίτες και οι καταρράκτες δημιουργούν μια εικόνα ιδιαίτερης ομορφιάς. Σε αυτούς τους «πύργους από βαμβάκι» οφείλει τη σύγχρονη τουρκική ονομασία της η πόλη, Παμούκαλε. Πολλοί εκμεταλλεύτηκαν τις λίγες ώρες που είχαμε διαθέσιμες για να περπατήσουν στις χαμηλές αυτές κολυμπήθρες που δημιούργησε η πολυμήχανη φύση. Η ομορφιά αυτή της φύσης δημιουργεί ένα περίεργα ευχάριστο δέσιμο με τον παρακείμενο αρχαιολογικό χώρο.

Η αρχαία πόλη θεμελιώθηκε και εξαπλώθηκε σε ένα πλάτωμα που σχηματίζεται σε επικλινή λόφο γεωλογικών σχηματισμών. Η αρχαία Ιεράπολη ήταν μία περιτειχισμένη πόλη του 2ου π.Χ. αιώνα, ερείπια της οποίας υπάρχουν διάσπαρτα σε μεγάλη έκταση. Χαρακτηριζόταν «νεκρόπολη», γνωστή από τις σαρκοφάγους που κατασκεύαζαν εκεί ικανοποιώντας πληθώρα παραγγελιών απ’ όλη τη Μεσόγειο. Η ίδρυση της πόλης στο συγκεκριμένο σημείο σίγουρα είχε σχέση και με τα ιαματικά ύδατα, προς τούτο δε συνηγορεί η ύπαρξη λουτρών. Υπάρχει περίφημο αρχαίο θέατρο, το οποίο επισκεφθήκαμε, ενώ διερχόμενοι από τη ρωμαϊκή πύλη -υπάρχει και ελληνιστική πύλη- εισερχόμαστε σε μία τεράστια νεκρόπολη. Από τον αρχαιολογικό χώρο, κοιτάζοντας κανείς τον κοντινό λόφο διακρίνει έναν άλλο πολύ σημαντικό χώρο, αυτόν όπου μαρτύρησε και ετάφη ο Απόστολος του Χριστού Φίλιππος. Πολλοί από εμάς, ίσως όχι οι περισσότεροι, συνέχισαν την ανάβαση προς τον ιερό αυτό τόπο. To 2011 ο Ιταλός διευθυντής των ανασκαφών της Ιεράπολης Francesco D’Andria έφερε στο φως τάφο του 1ου μ.Χ. αιώνα που, όπως υποστήριξε με πειστικότητα, ήταν ο τάφος του Αποστόλου Φιλίππου. Ο τάφος δεν βρέθηκε στο οκταγωνικό μαρτύριο πάνω στο λόφο, όπως αναμενόταν, αλλά σε μια εκκλησία σαράντα περίπου μέτρα μακριά. Η πρωτοχριστιανική εκκλησία χτίστηκε τον 4ο ή 5ο αιώνα γύρω από τον τάφο, ενώ το κοντινό μαρτύριο χτίστηκε την ίδια περίπου εποχή, πιθανόν στις αρχές του 5ου αιώνα. Και τα δύο κτήρια ήταν σημαντικά χριστιανικά προσκυνήματα κατά τη βυζαντινή εποχή.

Κατά τη διαμονή μας στο Παμούκαλε σε ένα πολύ ωραίο ξενοδοχείο, είχε τη δυνατότητα, όποιος από εμάς ήθελε, να απολαύσει ένα μπάνιο σε ειδικούς εσωτερικούς ή εξωτερικούς χώρους με ιαματικά νερά, τα οποία πλούσια προσφέρει η περιοχή. Επειδή, όμως, τα νερά χρησιμοποιούνται από πολλά ξενοδοχεία, δυστυχώς, κατασπαταλούνται οι φυσικοί αυτοί πόροι της μικρασιατικής γης.

Την επόμενη μέρα το ταξίδι συνεχίστηκε νοτιοδυτικά προς στην Καρία. Στην έξοδο προς το Αιγαίο αντικρίσαμε την πλανεύτρα Αλικαρνασσό (Bodrum) «… Απ΄ την παλιά Αλικαρνασσό, αχ! Ελισσάκι, Ελισσώ…». Αποικία των Δωριέων στα παράλια της Καρίας υπήρξε σημαντικό εμπορικό κέντρο της αρχαιότητας. Γνωστή κατεξοχήν για το Μαυσωλείο της, το οποίο έκτισε η βασίλισσα της Αλικαρνασσού Αρτεμισία προς τιμή του αδελφού και συζύγου της, Μαύσωλου. Η Αρτεμισία είχε εκστρατεύσει μαζί με τον Ξέρξη εναντίον της Ελλάδας, επικεφαλής πέντε πλοίων. Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού είναι ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Ο Ηρόδοτος (485 – 421/415 π.Χ.), ο πατέρας της Ιστορίας, καταγόταν από την Αλικαρνασσό.

Η σύγχρονη πόλη έχει πληθυσμό 32.000 κατοίκων και είναι πολύ αξιοποιημένη τουριστικά, με μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα και πολλά ιστιοφόρα στην προκυμαία. Γεωγραφικά βρισκόμαστε απέναντι από την Κω και το τοπίο μοιάζει να είναι το ίδιο με αυτό του δωδεκανησιακού νησιού. Το κάστρο δεσπόζει στο λιμάνι, θυμίζοντας το κάστρο των Ιπποτών της Κω. Απολαύσαμε το βραδάκι τη βόλτα μας στην κλειστή αγορά της πόλης και έναν περίπατο στον παραλιακό δρόμο του νησιού, ο οποίος έσφυζε από κόσμο, ντόπιους και τουρίστες.

Επόμενος προορισμός μας η Έφεσος. Στο δρόμο μας περάσαμε από το Αϊδίνι, τόπο καταγωγής της Διδώς Σωτηρίου, που σήμερα αριθμεί 190.000 κατοίκους. Γνωστή είναι η σιδηροδρομική γραμμή Σμύρνης – Αϊδινίου, σημαντικότατη για τη μεταφορά προϊόντων και την εξυπηρέτηση εμπορικών και άλλων σκοπών.

Διασχίσαμε τον Μαίανδρο ποταμό και φθάσαμε επιτέλους στην Έφεσο. 1.800 χρόνια ζωής αριθμεί η Έφεσος, από τον 11ο π.Χ. έως τον 7ο αιώνα μ.Χ. Μία απ΄ τις σημαντικότερες πόλεις των μικρασιατικών παραλίων, σε προνομιακή θέση, αφού από αυτήν ξεκινούσε δρόμος που διέσχιζε ολόκληρη τη Μ. Ασία. Αρχικά χτισμένη πάνω στη θάλασσα, αλλά λόγω των προσχώσεων του παρακείμενου ποταμού Καΰστρου, αργότερα μετακινήθηκε δυτικότερα. Τον 8ο π.Χ. αιώνα, η Έφεσος έγινε το οικονομικό κέντρο της Μικράς Ασίας. Τον 6ο π.Χ αιώνα πέρασε υπό την κυριαρχία του Κροίσου, διατηρώντας όμως την αυτονομία της, στη συνέχεια, διαδοχικά από την κυριαρχία του Κύρου και των επόμενων Περσών βασιλιάδων, ενώ απελευθερώθηκε το 334 π.Χ. από τα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μάλιστα αναφέρεται ότι, επειδή ο ναός της Εφεσίου Αρτέμιδος κάηκε τη μέρα που γεννήθηκε ο Μ. Αλέξανδρος, γι’ αυτό περνώντας ο ίδιος από εκεί έδωσε χρήματα για την αναστήλωση και ανακαίνισή του. Η Έφεσος ήταν πόλη αφιερωμένη στην Άρτεμη. Η πόλη είχε στην αρχή ένα μικρό ναό, που αργότερα καταστράφηκε, για να χτιστεί το μεγαλόπρεπο Αρτεμίσιο, που η κατασκευή του κράτησε 120 χρόνια. Ο ναός αυτός, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, ήταν το μεγαλύτερο οικοδόμημα της Ιωνίας. Το ιερό της Αρτέμιδος υπηρετούσαν ιερείς και ιέρειες παρθένοι, που ονομάζονταν Μεγάβυζοι. Ο ναός καταστράφηκε ξαναχτίστηκε και τελικά τα μάρμαρά του έγιναν οικοδομικά υλικά για διάφορα βυζαντινά μνημεία στην Κωνσταντινούπολη. Σήμερα ελάχιστα κομμάτια από το ναό έχουν περισυλλεγεί και τοποθετηθεί κατά τέτοιον τρόπο, ώστε δημιουργούν μία στήλη, η οποία βρίσκεται σε σημείο μεταξύ του αρχαιολογικού χώρου και των ερειπίων της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστή. Περιηγηθήκαμε σε δύο αγορές, στο βουλευτήριο και στο πρυτανείο. Διαβήκαμε τη λεωφόρο των Κουρητών και βρεθήκαμε μπροστά στην περίφημη Βιβλιοθήκη του Κέλσου (2ος αιώνας μ.Χ.), στην αναστήλωση της οποίας προέβησαν Αυστριακοί αρχαιολόγοι. Εντύπωση σε όλους μας έκανε ότι κατά μήκος της λεωφόρου των Κουρητών υπήρχαν δεξιά και αριστερά βάθρα αγαλμάτων που έφεραν επιγραφές, στις οποίες αναγράφονταν οι νόμοι της πόλης. Ήταν λοιπόν αδύνατον σε κάποιον να τους αγνοεί, αφού στην καθημερινότητά του τους είχε συνεχώς μπροστά του. Σε περίπτωση δε που κάποιος ήταν αγράμματος, πάλι δεν δικαιολογούνταν η άγνοια του νόμου, αφού σε ειδικούς δημόσιους χώρους, όπως τα λουτρά, υπήρχαν άνθρωποι επιφορτισμένοι με το καθήκον να διαβάζουν δυνατά τους νόμους, ώστε να ακούγονται από όλους. Από τη Βιβλιοθήκη του Κέλσου  ξεκινά η δεύτερη μεγάλη λεωφόρος της πόλης. Την περπατήσαμε ώσπου φθάσαμε στο περίφημο θέατρο της Εφέσου, το μεγαλύτερο ελληνικό αρχαίο θέατρο, που αργότερα μετατράπηκε σε αρένα. Μία τρίτη οδός, η Αρκαδιανή Λεωφόρος λιμένος, οδηγούσε από το θέατρο έως τη θάλασσα, μέσω της οποίας οι άμαξες μετέφεραν τα απαραίτητα από και προς το λιμάνι.

Το 54 μ.Χ. ο Απόστολος Παύλος έφθασε στην Έφεσο συνοδευόμενος από τον Ακύλα και τη σύζυγό του Πρίσκιλλα και άρχισε να κηρύττει τη χριστιανική θρησκεία. Αργότερα όρισε τον Τιμόθεο ως προϊστάμενο της Εκκλησίας της Εφέσου, προς τους πιστούς της οποίας, μάλιστα, έγραψε μία από τις επιστολές του, την προς Εφεσίους. Επίσης, η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος συνεκλήθη στην Έφεσο το 451 μ.Χ. Σήμερα στην Έφεσο διασώζονται πολλά μνημεία που υπενθυμίζουν τη διέλευση του Αποστόλου Παύλου, όπως οι λεγόμενες «φυλακές του Παύλου» επίσης η πλατεία του αρχαίου θεάτρου όπου το πλήθος της αρχαίας Εφέσου υποκινούμενο από τον Δημήτριο κραύγαζε την ιστορική φράση «Μεγάλη είναι η Άρτεμις η Εφεσία», εξοβελίζοντας έτσι οποιαδήποτε άλλη διδασκαλία και προσηλυτισμό.

Μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. η Έφεσος κατέστη μεγάλο κέντρο του Χριστιανισμού. Εκεί εγκαταστάθηκαν πολλοί μαθητές των Αποστόλων καθώς και κάποιοι επιζώντες από τους ίδιους τους Αποστόλους, όπως ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού, Ιωάννης, συνοδεύοντας, κατά την τοπική παράδοση, την Παναγία. Κατά τους διωγμούς του Δομιτιανού που ακολούθησαν, ο Ιωάννης εξορίσθηκε το 96 στην Πάτμο, όπου συνέγραψε την Αποκάλυψη. Ένα έτος, μετά το θάνατο του Δομιτιανού, ο Ιωάννης επέστρεψε στην Έφεσο, όπου και συνέγραψε το Ευαγγέλιό του. Τέλος, αναφέρεται ότι ο Ιωάννης πέθανε στην Έφεσο και ετάφη εκεί το 98 ή κατ΄ άλλους το 100 και σύμφωνα με την παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας μετέστη στους ουρανούς όπως η Παναγία. Οι Χριστιανοί της Εφέσου ανήγειραν στη συνέχεια επί του τάφου του ναό τον οποίο αργότερα ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός ανοικοδόμησε μεγαλοπρεπέστερο. Είχαμε την ευλογία να επισκεφτούμε τον τεράστιο αυτό ναό του Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστή,χτισμένο στην κορυφή ενός λοφίσκου, να αντιληφθούμε την πρότερη αίγλη του και να βιώσουμε πνευματική αγαλλίαση.  ιδιαιτέρως προσεγγίζοντας τον τάφο του Αγίου, αλλά και το βαπτιστήριο, το οποίο αποτελεί παράδειγμα βαπτιστηρίου πρωτοχριστιανικών χρόνων.Σημειώνεται ότι τα λείψανα του παραπάνω ναού ανευρέθηκαν από τον Έλληνα αρχαιολόγο Γ. Σωτηρίου κατά το διάστημα της Μικρασιατικής Εκστρατείας το 1922.

Ο ξεναγός μας Εκρέμ στον περίβολο του ναού μας ενημέρωσε ότι κάθε 26 Σεπτεμβρίου, όταν εορτάζεται η Μετάσταση του Αγίου Ιωάννου, οικογένειες από τη Νέα Έφεσο του Νομού Πιερίας στο Δίον, με καταγωγή από την Έφεσο, πραγματοποιούν προσκυνηματική εκδρομή στο μοναστήρι και στους τόπους των προγόνων τους και η συγκίνηση πραγματικά ξεχειλίζει. Από το χώρο αυτό του περιβόλου έχει κανείς πολύ ωραία θέα προς τη γύρω κατάφυτη περιοχή. Ο Εκρέμ ξαφνικά μας προτείνει: «Στρέψτε το βλέμμα σας σ΄ εκείνο τον απέναντι λόφο». Κι εμείς υπακούοντας κοιτάξαμε προς την κατεύθυνση που υπέδειξε. Μακριά στο βάθος φαινόταν ένα πανέμορφο χωριό μέσα σε πυκνή βλάστηση. «Θα σας πω την ιστορία του χωριού», συνέχισε ο Εκρέμ. «Οι Έλληνες που έμεναν σε εκείνο το όμορφο χωριουδάκι, επειδή δεν ήθελαν να γίνει τόπος έλξης μη ντόπιων, του έδωσαν το όνομα Τσιρκινζέ, δηλαδή Ασχημούτσικο. Στις αρχές του 1900 ο Νομάρχης της περιοχής που περνούσε από εκεί κοντά, απόρησε με το χωριό που είχε τέτοιο περίεργο όνομα και θέλησε να το επισκεφτεί. Όμως, όχι μόνο δεν το βρήκε άσχημο, αλλά εντυπωσιάστηκε από το καταπράσινο χωριό με τα 3.000 σπίτια και τις εκκλησίες του Αϊ Γιάννη και του Αϊ Δημήτρη. Έδωσε, λοιπόν, εντολή και άλλαξε το όνομα σε Τσιριντζέ, δηλαδή Συμπαθητικούλι. Τελικά οι κάτοικοι θεώρησαν ότι  αδικείται από αυτή την ονομασία το χωριό τους και αντικατέστησαν το όνομα σε Κιρκιντζέ, δηλαδή Όμορφο Χωριό. Η δεύτερη ονομασία του είναι Ορεινή Έφεσος. Φυσικά όλων μας η θύμηση γύρισε στα «Ματωμένα Χώματα» και στο χώρο που κατεξοχήν έζησαν οι πρωταγωνιστές του βιβλίου, τον Κιρκιντζέ.

Έπρεπε να συνεχίσουμε το ταξίδι μας. Οι ώρες περνούσαν ταξιδεύοντας και καθώς χαλάρωνα κοιτάζοντας έξω απ’ το παράθυρο, το γυαλί άρχιζε να θαμπώνει. Φλόγες, καπνοί … Ποια πόλη διακρίνεται πίσω απ΄ τη θαμπάδα;  «Η Σμύρνη με το Κορδελιό και η παλιά Ελλάδα…» με ξυπνά ο Παντελής Θαλασσινός. Η συγκίνησή μου είναι πολύ μεγάλη καθώς αρχίζει να φαίνεται από ψηλά η μεγάλη σύγχρονη πόλη της Σμύρνης. Στο βάθος η θάλασσα και πιο μακριά η Χιός.Ο ξεναγός αρχίζει σιγά σιγά να ξεδιπλώνει μία μία τις σελίδες με τα γεγονότα που οδήγησαν στη μεγάλη συμφορά που βίωσε η Ελλάδα στις αρχές του 20ού αιώνα, τη Μικρασιατική Καταστροφή. Οι θύμησες αναμοχλεύονται και οι εικόνες από το κάψιμο της Σμύρνης, τη σφαγή των Ελλήνων, τους διωγμούς, τις βάρκες, τους βιασμούς, τις λεηλασίες ορθώνονται φοβερές μπροστά μας. «Στις 9 Σ/βρη (ν.η.) οι Τούρκοι μπήκαν στη Σμύρνη και την έκαψαν. Το τι έγινε δεν περιγράφεται. Σωστή κόλαση. Ο ελληνικός πληθυσμός έτρεξε στην παραλία. Άλλοι με βάρκες και άλλοι κολυμπώντας πήγαιναν στα πολεμικά της Γαλλίας, Αγγλίας και Ιταλίας, ζητώντας άσυλο. Αλλά οι ναύτες τους πετούσαν στη θάλασσα, όταν σκαρφάλωναν στα πλοία, και ακόμα τους έκοβαν τα χέρια ή τους κλωτσούσαν. Οι Τούρκοι έσφαξαν τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο και πολλούς Σμυρνιούς. Θρήνος και κλαυθμός. Οι φλόγες είχαν υψωθεί ως τον ουρανό και το αίμα έτρεχε στους δρόμους της γκιαούρ Σμύρνης που ήταν πολλά χρόνια η εμπορική και βιοτεχνική πρωτεύουσα της Μικρασίας. Στο λιμάνι μέρες έπλεαν τα πτώματα». (Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, τόμ: Ε’, σελ. 577).

Μέχρι πριν τη μικρασιατική καταστροφή του 1922 η Σμύρνη (İzmir) αριθμούσε 370.000 κατοίκους, εκ των οποίων 165.000 ήταν Έλληνες, 80.000 Οθωμανοί Τούρκοι, 55.000 Εβραίοι, 40.000 Αρμένιοι, 6.000 Λεβαντίνοι και 30.000 διάφοροι άλλοι ξένοι. Επικρατούσα γλώσσα ήταν η ελληνική κι έτσι η πόλη είχε ένα καθαρό ελληνικό χρώμα με σχετικά ανεπτυγμένο εμπόριο και πολιτιστικές εκδηλώσεις, έτσι ώστε να αποκαλείται από τους Τούρκους ως «Γκιαούρ Ιζμίρ» (= Σμύρνη των απίστων).

Η σημερινή Σμύρνη, είναι η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Τουρκίας, μετά την Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα.Εκτός από ένα τμήμα της τουρκικής συνοικίας του άλλοτε Πάνω Μαχαλά και της Πούντας με τους λιθόστρωτους δρόμους, σε τίποτα δε θυμίζει την ανατολίτικη όψη της παλαιάς Σμύρνης με το ιπποκίνητο τραμ της προκυμαίας, τα στενά σοκάκια και τα ξύλινα σπίτια. Στην τεράστια σε έκταση περιοχή, που ολοσχερώς κάηκε από τη φωτιά, των άλλοτε έξι συνοικιών (της Αγίας Αικατερίνης, του Αγίου Δημητρίου, του Αγίου Τρύφωνα, της Ευαγγελιστρίας, του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Ιωάννη και κάποιων τμημάτων άλλων παλαιών συνοικιών) εκτείνεται σήμερα το περίφημο πολιτιστικό πάρκο της Σμύρνης. Στη θέση του άλλοτε ναού του Αγίου Δημητρίου μέσα στο πάρκο έχει ανεγερθεί το Αρχαιολογικό Μουσείο της Σμύρνης με πλήθος εκθεμάτων της αρχαίας ελληνικής, ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής.

Η πλατεία του τότε Διοικητηρίου (Κονάκι), εκεί που ο ελληνικός στρατός ύψωσε την ελληνική σημαία -έστω και για λίγο- αποτελεί σήμερα το κέντρο της κίνησης της πόλης. Απέναντί της βρίσκεται η αποβάθρα των μικρών επιβατηγών πλοίων που εξυπηρετούν τη συγκοινωνία με τα παράλια περίχωρα της Σμύρνης. Από το Κονάκι μέχρι το τέμενος Ισάρ Τζαμί υπάρχει οδός με πλήθος καταστημάτων νεοτερισμών, ζαχαροπλαστεία, χρυσοχοεία, παλαιοπωλεία, καθώς και κρεοπωλεία και οπωροπωλεία αντικαθιστώντας τους προ του 1922 εμπορικούς δρόμους του Φραγκομαχαλά, των Γυαλάδικων και τις Μεγάλες Ταβέρνες. Οι παλαιές θολωτές και σκοτεινές τουρκικές αγορές, τα λεγόμενα «μπεζεστένια» φέρονται σήμερα χωρίς σκέπαστρα.

Περπατώντας στην προκυμαία η ψυχή μας ζεστάθηκε αντικρίζοντας περήφανη να  κυματίζει η γαλανόλευκη σημαία. Ήταν το ελληνικό προξενείο της Σμύρνης, όπου εκπρόσωπος του προξένου μας υποδέχθηκε με θερμό καλωσόρισμα και ελληνικά κεράσματα. Μας ενημέρωσε για τη Σμύρνη του σήμερα και τη δυνατότητα δραστηριοποίησης Ελλήνων επιχειρηματιών στην περιοχή. Είχε δε την ευγενή καλοσύνη να διαθέσει υπάλληλο, ο οποίος με τα κλειδιά που τηρούνται στο προξενείο, μας άνοιξε να προσκυνήσουμε την εκκλησία της Αγίας Φωτεινής. Όχι βέβαια της παλιάς μεγάλης Αγίας Φωτεινής με το μεγαλοπρεπές και εξαίρετης τέχνης μαρμάρινο κωδωνοστάσιο στην περιοχή του σημερινού ξενοδοχείου Hilton. Εκείνη η πρώτη εκκλησία χτίσθηκε τον 17ο αιώνα, κατεξοχήν σμυρναίικος ναός, όπου τελούνταν στη μικρή περίοδο της απελευθέρωσης όλες οι επίσημες λειτουργίες και εθνικές τελετές. Δυστυχώς ο ναός όσο και το κωδωνοστάσιο ανατινάχθηκαν με δυναμίτιδα από τους Τούρκους μετά την καταστροφή του ΄22. Η εκκλησία που επισκεφθήκαμε έχει παραχωρηθεί από το oλλανδικό κράτος για τη θρησκευτική λατρεία των ορθοδόξων της περιοχής και αφιερώθηκε στην Αγία Φωτεινή, σε ανάμνηση του πρώην περικαλλούς μητροπολιτικού ναού.

Προ της Kαταστροφής στη Σμύρνη υπήρχαν 16 ορθόδοξοι ναοί εκ των οποίων δύο υφίστανται σήμερα: ο Άγιος Βουκόλος (Άη Βούκλας), ανακαινισμένος ως χώρος εκδηλώσεων, τον οποίο επισκεφθήκαμε και ο Τίμιος Πρόδρομος της Λυγαριάς. Άλλοι κάηκαν, άλλοι γκρεμίστηκαν και στη θέση τους ανοίχθηκαν λεωφόροι και δημιουργήθηκαν πάρκα. Κάποιοι άλλοι που διασώθηκαν μετατράπηκαν σε τεμένη, σχολεία και αποθήκες.

Διασχίσαμε με το λεωφορείο διάφορες συνοικίες, το Μπουρνόβα, την Μενεμένη, το Τσιγλί, περάσαμε απ’ τα Βουρλά και τελικά σταματήσαμε στο Κορδελιό. Δυστυχώς, δεν διασώζεται τίποτα απολύτως που να θυμίζει την τότε πανέμορφη παραθαλάσσια συνοικία των εύπορων Σμυρναίων.

Το βράδυ περπατήσαμε κατά μήκος της προκυμαίας βιώνοντας τόσο διαφορετικά συναισθήματα: συγκίνησης, οργής, πόνου… Το άγαλμα -ένα από τα αναρίθμητα που συναντήσαμε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας- του έφιππου Κεμάλ Ατατούρκ σε κεντρική πλατεία της προκυμαίας να δείχνει με το χέρι του μακριά προς το Αιγαίο, προκάλεσε τις αισθήσεις και κλόνισε την ψυχή μας. Μεταξύ των συνταξιδιωτών μας πολλοί ήταν απόγονοι Σμυρνιών που ήρθαν να αποτίσουν φόρο τιμής, να προσκυνήσουν τα άγια χώματα, να εκπληρώσουν το μεγάλο τάμα, οι οποίοι δεν μπορούσαν να κρατήσουν τα δάκρυά τους. Άλλων δεν άντεξε η καρδιά ούτε να περπατήσουν στην προκυμαία του «συνωστισμού». Οι μνήμες τόσο ζωντανές, η αγάπη για τον τόπο τόσο αστείρευτη και η ελπίδα κρυμμένη βαθιά μες την ψυχή.

Το επόμενο πρωί ξεκινήσαμε με προορισμό την Πέργαμο. Οι μαρτυρίες που αφορούν στην πόλη της Περγάμου ανάγονται στην 1η χιλιετία π.Χ. Το όνομά της κατά μία παράδοση, το οφείλει στον Πέργαμο, γιο του Νεοπτόλεμου και της Ανδρομάχης. Χτισμένη σε μοναδικής ομορφιάς θέση, 238 μέτρα πάνω από τη θάλασσα, συνδυάζει δωρικά και ιωνικά στοιχεία. Κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι έχει τα ωραιότερα τείχη του ελληνικού κόσμου. Καυχάται για την Ακρόπολη, το Ασκληπιείο, την παλαίστρα και το εντυπωσιακό της θέατρο 10.000 θέσεων. Μέχρι την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντική. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας εξελίχθηκε σε μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μυσίας. Καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους και έγινε το μεγαλύτερο εμπορικό, πολιτικό και στρατιωτικό κέντρο της ρωμαϊκής επαρχίας της Ασίας. Η βιβλιοθήκη της ήταν από τις μεγαλύτερες του κόσμου, αλλά ο Αντώνιος χάρισε τα βιβλία της στη βασίλισσα της Αιγύπτου, την Κλεοπάτρα. Στην Πέργαμο άκμασε και ο διάσημος γιατρός της αρχαιότητας Γαληνός. Ο περίφημος «Βωμός του Διός Σωτήρος και της Αθηνάς Νικηφόρου», έργο πολλών καλλιτεχνών, κτίστηκε από το βασιλιά της Περγάμου Ευμένη τον Β’ (197-159 π.Χ.) για να θυμίζει τις νίκες των Περγαμηνών εναντίον των Γαλατών, οι οποίοι, στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ., πέρασαν από την Ευρώπη στην Ασία και, με λεηλασίες προκάλεσαν τεράστιες καταστροφές στις ελληνικές πόλεις, από τον Ελλήσποντο ως την Έφεσο και τη Μίλητο. Οι νίκες αυτές χάρισαν στο βασίλειο της Περγάμου την απόλυτη κυριαρχία του στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν είναι γνωστό σε ποιον οφείλεται το σχέδιο της γλυπτικής σύνθεσης, που φιλοτεχνήθηκε από το 180 έως 150 π.Χ., ούτε ποιός καθόρισε τις κύριες γραμμές της σύνθεσης για την οποία εργάστηκαν 15 γλύπτες. Αποκαλύφθηκε κατά τις ανασκαφές των εθνικών μουσείων της Γερμανίας στην Πέργαμο από το 1878 ως το 1886. Σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο της Περγάμου, στο Βερολίνο. Πρέπει να αναφερθεί ότι η Πέργαμος έδωσε το όνομά της στην περγαμηνή, δηλαδή στο υλικό εκείνο γραφής για σελίδες βιβλίου, κώδικα ή χειρογράφου, που παρασκευαζόταν από δέρμα μόσχου, προβάτου ή αίγας. Μπορούσε κανείς να τη διπλώσει και να γράφει και στις δύο πλευρές της. Η εξάρτηση της πόλης από την Αίγυπτο ως αποκλειστική πηγή εισαγωγής τού παπύρου φέρεται να οδήγησε τον ηγεμόνα τής Περγάμου Ευμένη στην απόφαση να προωθήσει την παραγωγή περγαμηνής ως υποκατάστατου τού παπύρου κι έτσι καθιερώθηκε η χρήση της.

Ο χώρος που επισκεφθήκαμε ήταν το Ασκληπιείο. Κέντρο θεραπευτικής αγωγής και λατρείας για ασθενείς με ψυχικά κυρίως νοσήματα. Η αυθυποβολή, η ερμηνεία των ονείρων, το ιερό νερό, η λουτροθεραπεία, η χρήση βοτάνων και οι θεατρικές παραστάσεις ήταν τα μέσα θεραπείας. Η Ιερά Οδός οδηγούσε από την πύλη στον ευρύτερο χώρο του θεραπευτηρίου. Δεξιά της μαρμάρινης οδού υπήρχε βιβλιοθήκη για τους ασθενείς και μόνον (υπήρχαν άλλες για τους θεραπευτές). Διασώζεται ως τις μέρες μας το θέατρο όπου παρακολουθούσαν θεατρικές παραστάσεις οι ασθενείς. Εκεί κοντά υπήρχε η ιερή πηγή,  δίπλα απ΄ την οποία ξεκινάει ένας υπόγειος διάδρομος. Τον περπατήσαμε και παρατηρήσαμε  τις τρύπες στον στεγασμένο θόλο. Αυτές χρησίμευαν για να μπαίνει με μέτρο το φως και σε συνδυασμό με το τρεχούμενο νερό που διερχόταν μέσω καναλιού να καταπραΰνει τους ασθενείς. Ο διάδρομος καταλήγει σε μία αίθουσα κυκλική, στη μέση της οποίας δεσπόζει ένας τεράστιος κίονας. Γύρω από αυτόν κινούνταν οι ασθενείς, οι οποίοι αφού είχαν ακολουθήσει την προηγούμενη πορεία χαλάρωσης και περπατώντας συνεχώς γύρω από τον κίονα ηρεμούσαν. Στο θόλο της αίθουσας υπήρχαν τρύπες, μέσω των οποίων ακουγόταν η φωνή των θεραπευτών. Αυτοί απευθύνονταν στους ασθενείς, θέτοντας ερωτήματα και οι ασθενείς με τη σειρά τους, μέσω όλης της προηγούμενης διαδικασίας χαλάρωσης απαντούσαν στα ερωτήματα και τελικά εξωτερίκευαν το πρόβλημά τους. Επιτύγχαναν, λοιπόν, τις κατάλληλες συνθήκες σε αντίστοιχα προσαρμοσμένο περιβάλλον για την θεραπεία των ασθενών.

Αργότερα κατά τα χρόνια του μεγάλου διώκτη των Χριστιανών Δομιτιανού εδώ έζησε και μαρτύρησε ο Επίσκοπος Περγάμου Άγιος Αντύπας, εκκλησάκι προς τιμήν του οποίου υπάρχει στην Οδοντιατρική Σχολή Αθηνών.

Στην περιοχή της Τρωάδας υπάρχει η αρχαία ελληνική πόλη της Άσσου.Ήταν ο επόμενος προορισμός μας. Ιδρύθηκε από Αιολείς από τη Μήθυμνα της Λέσβου, τον 10ο αιώνα π.Χ. Πήραμε το ανηφορικό μονοπάτι του βράχου που οδηγεί στην Ακρόπολη. Δεξιά και αριστερά υπήρχαν κατά μήκος του δρόμου πολλά καταστήματα που πουλούσαν αναμνηστικά, κοσμήματα και είδη λαϊκής τέχνης. Η περιοχή μας θύμισε τα αντίστοιχα δρομάκια σε πολυσύχναστα ελληνικά νησιά. Η ανάβασή μας υπήρξε πολύ ευχάριστη, καθώς συζητώντας και χαζεύοντας τα μαγαζάκια, φθάσαμε στην κορυφή του βράχου. Εκεί δέσποζαν τα τείχη μήκους τριών χιλιομέτρων και ένας αρχαίος ναός. Οι Μηθυμναίοι έποικοι έχτισαν το δωρικό αυτό ναό προς τιμήν της Αθηνάς το 530 π.Χ.. Το Βουλευτήριο (που περιέχει αγαλματίδια), το θέατρο, η στοά και η νεκρόπολη των ρωμαϊκών χρόνων είναι τα κύρια μνημεία της Άσσου.

Το 348 π.Χ. ο Αριστοτέλης ήρθε εδώ, παντρεύτηκε την ανιψιά του βασιλιά Ερμείου, την Πυθία και ίδρυσε μια νέα ακαδημία. Ηγήθηκε μιας ομάδας φιλοσόφων και έκαναν καινοτόμες έρευνες στη ζωολογία και τη βιολογία. Αργότερα ο Αριστοτέλης κατέφυγε στην αυλή του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Β΄ για να διδάξει τον γιό του Αλέξανδρο.

Κατά την τρίτη αποστολική του περιοδεία ο Απόστολος Παύλος επισκέφθηκε την Άσσο μεταξύ 53-57 μ.Χ., στο δρόμο του για την Λέσβο. Η Άσσος με τον καιρό συρρικνώθηκε σε ένα μικρό χωριό, ενώ ερείπια γύρω από την πόλη εξακολουθούν να ανασκάπτονται.

Θα έλεγε κανείς ότι ορισμένοι της παρέας έκαναν το ταξίδι αυτό κυρίως για να επισκεφτούν την Τροία. Το Ίλιον του Ομήρου ορθώνεται στο λόφο της πεδιάδας του Σκαμάνδρου, εκεί που ο μύθος ανακατεύεται με την πραγματικότητα, ο έρωτας με τον ηρωισμό. Η θέση της αρχαίας πόλης σήμερα απέχει περίπου 15 χιλιόμετρα από την ακτή, αλλά η αρχαία εκβολή του Σκαμάνδρου ποταμού 3.000 χρόνια πριν ήταν περίπου 5 χιλιόμετρα πιο εσωτερικά, εκβάλλοντας σε ένα κόλπο που έκτοτε έχει προσχωθεί.

Ένα, μάλλον, έκτρωμα, το οποίο μοιάζει με Δούρειο Ίππο, περιμένει τον επισκέπτη στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου. Ένα ξύλινο ομοίωμα, στο οποίο μπορεί κανείς να ανέβει και να φθάσει στην «κοιλιά» του, απ’ όπου μέσα από μικρά παραθυράκια μπορεί να φωτογραφηθεί και να νιώσει, ως άλλος Αχαιός, πως θα …. καταλάβει την Τροία.

Αναζητώντας τα ίχνη του Αχιλλέα, του Πάρη, του Έκτορα, του Αγαμέμνονα περπατήσαμε κατά μήκος των αρχαίων τειχών και της Ακρόπολης του Πριάμου, που αποτέλεσαν το θέατρο των μαχών του Τρωικού πολέμου, όπως περιγράφεται στην Ιλιάδα. Η Τροία καταστράφηκε και χτίστηκε 9 φορές, όπως προκύπτει κι από τα ειδικά τοποθετημένα πινακίδια, στα οποία χαρακτηρίζονται τα επίπεδα των ερειπίων από Τροία I έως και Τροία IX.

Στα 1870 ο Γερμανός αρχαιολόγος Ερρίκος Σλήμαν ανέσκαψε την περιοχή. Μεταγενέστερες ανασκαφές απεκάλυψαν αρκετές πόλεις κτισμένες διαδοχικά η μία πάνω στην άλλη. Μία από τις πλέον πρόσφατες (Τροία VIIa) συχνά ταυτίζεται με την ομηρική Τροία. Ο Εκρέμ αναφερόμενος στον Σλήμαν δεν μίλησε και με τα πιο κολακευτικά λόγια, μεταφέροντας τις απόψεις όσων τον χαρακτηρίζουν ως ένα τυχοδιώκτη που αναζητούσε απεγνωσμένα τους θησαυρούς του Πριάμου, χωρίς να έχει πραγματικό ενδιαφέρον για τα αρχαία. Μάλιστα ενημερωθήκαμε πως ο αρχαιολόγος που τον συνόδευε, ερχόταν συνεχώς σε σύγκρουση μαζί του, διότι στην προσπάθειά του ο Σλήμαν να φτάσει τους θησαυρούς, κατάστρεψε πολλά από τα αρχαία μνημεία. Οι πιο πρόσφατες ανασκαφές στην Τροία πραγματοποιήθηκαν από μία ομάδα του Πανεπιστημίου Τύμπινγκεν και του Πανεπιστημίου του Σινσινάτι υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Μάνφρεντ Κόρφμαν. Ο Κόρφμαν πέθανε στις 11 Αυγούστου, 2005, και, καθώς η άδεια εκσκαφής είχε εκδοθεί στο πρόσωπό του, είναι αβέβαιο το πώς και το πότε οι ανασκαφές θα συνεχιστούν.

Για λίγο νιώσαμε τον παλμό του πολέμου, όταν σταθήκαμε στο σημείο εκείνο των τειχών, από το οποίο εικάζεται ότι η Ανδρομάχη παρακολουθούσε τη μονομαχία του Αχιλλέα με τον Έκτορα.  Από άλλη πλευρά του λόφου, ατενίζοντας τα στενά των Δαρδανελίων, σαν να βλέπαμε από μακριά τα προσαραγμένα πλοία των Αχαιών και το στρατόπεδό τους στις εκβολές του Σκάμανδρου.

Αφήσαμε πίσω μας την Τροία συνεπαρμένοι από την ομηρική γοητεία και ενθουσιασμένοι από το λαμπρό παρελθόν μας.

Προχωρήσαμε βόρεια με προορισμό τα στενά των Δαρδανελίων (σημ. Τσανάκαλε), τον Ελλήσποντο.Ο πορθμός που σχηματίζεται, χωρίζει τη χερσόνησο της Καλλιπόλεως από τη βοριοδυτική Μικρά Ασία και συνδέει το Αιγαίο πέλαγος με την Προποντίδα. Οι σκηνές ζωντανεύουν και με τον νου ακολουθούμε την πορεία του Φρίξου και της αδελφής του Έλλης πάνω στο χρυσόμαλλο κριάρι όταν πάνω από τα στενά η Έλλη ζαλίστηκε, έπεσε στη θάλασσα, πνίγηκε και έδωσε το όνομά της –κατά την παράδοση- στον πορθμό («Έλλης πόντος=Θάλασσα της Έλλης»). Ένα πλήθος μύθων και ιστορικών στοιχείων πλέκουν την ιστορία του τόπου σε βάθος πολλών αιώνων και μαρτυρούν την τόσο σημαντική θέση, πολιτική και οικονομική των στενών, που είναι ο σύνδεσμος δύο ηπείρων, της Ευρώπης και της Ασίας. Από τη μυθολογία της Έλλης και τον τρανό Τρωϊκό πόλεμο, δεδομένου ότι η Τροία βρίσκεται στη νότια είσοδο του στενού, μέχρι τη σύγχρονη ιστορία με τη Ναυμαχία της Έλλης (3/16 Δεκεμβρίου 1912) και τη νίκη των Ελλήνων του θωρηκτού Αβέρωφ με επικεφαλής τον ναύαρχο Κουντουριώτη, καθώς και την Μάχη της Καλλίπολης (1915-1916), όλα διατυμπανίζουν το γεγονός ότι ο Ελλήσποντος ήταν διαχρονικά το μήλο της έριδος για κάθε λογής κατακτητή. Στην πόλη περπατήσαμε στον μαχαλά των Ρωμιών και θαυμάσαμε τα παλιά ελληνικά σπίτια. Στο μουσείο της πόλεως των Δαρδανελίων το ενδιαφέρον προσήλκυσε  η καμπάνα του καταστραφέντος Ι. Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου του 1887 και τα εκθέματα τούβλων με την φίρμα ΜΑΔΥΤΟΣ και τα αρχικά των ιδιοκτητών των εργοστασίων της περιοχής, π.χ. Ι Χ Δ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον ενέχει το τούβλο-έκθεμα με τα γράμματα «ΜΥΡΙΟΦΥΤΟΝ» και το όνομα ιδιοκτήτη του εργοστασίου τούβλων «Αχμέτ Αλή Πασσά».

Σίγουρα απολαύσαμε τη νυχτερινή βόλτα μας κατά μήκος της προβλήτας, όταν προχωρώντας βρεθήκαμε μπροστά σε άλλο ξύλινο ομοίωμα του Δούρειου Ίππου. Το συγκεκριμένο δόθηκε ως δώρο στο Τσανάκαλε από τους συντελεστές της αμερικανικής ταινίας «Τροία», στην οποία και χρησιμοποιήθηκε.

Σε κάθε περίπτωση ο συγκεκριμένος τόπος είναι εξαιρετικής ομορφιάς και πραγματικά μαγευτήκαμε από την εικόνα των καραβιών που διασχίζοντας τα στενά προχωρούσαν προς την Προποντίδα, τον Βόσπορο και τον Εύξεινο Πόντο.

Ήταν 6 Ιουλίου 2013 όταν επισκεφτήκαμε την Ίμβρο. Δύο καραβάκια χρειάστηκαν για περάσουμε από το Τσανάκαλε στην Καλλίπολη και από εκεί στο νησί. Πρώτος μας σταθμός η κωμόπολη της Παναγιάς. Μας υποδέχτηκε ο Μητροπολίτης Ίμβρου και Τενέδου κ. Κύριλλος στον μητροπολιτικό ναό. Είχαμε την ευλογία να χοροστατήσει σε μία δέηση καλωσορίσματος και να λάβουμε την επισκοπική του ευλογία. Προσφωνήσεις έγιναν από τον Καθηγητή ΑΠΘ και Πρόεδρο του Ιδρύματος Εθνικού και Θρησκευτικού Προβληματισμού κ. Αθανάσιο Αγγελόπουλο και από τον Πρόεδρο του Οικουμενικού Ελληνισμού κ. Σταύρο Πανουσόπουλο. Ένα δάκρυ σίγουρα έφυγε από πολλά μέλη της αποστολής όταν ο Μητροπολίτης, με το ύφος και το ζεστό του λόγο κατά την αντιφώνησή του, μας φώτισε πτυχές της ζωής στην Ίμβρο, αλλά και την ανάγκη οι Έλληνες της μητροπολιτικής Ελλάδας να μην ξεχνούν… Μετά την ανταλλαγή αναμνηστικών δώρων ο Σεβασμιότατος φωτογραφήθηκε με τα μέλη της αποστολής στην είσοδο του Αρχοντικού – Επισκοπείου  και στο τέλος μας δεξιώθηκε στους ωραίους κήπους του. Είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε το χιούμορ του, αλλά και την αγάπη του για τα νέα παιδιά, τα οποία προσκάλεσε να καθίσουν δίπλα του, να μιλήσουν και να φωτογραφηθούν μαζί του.

Η επίσκεψη στην Ίμβρο δεν τελείωσε στην Παναγιά. Επόμενος σταθμός μας το χωριό Άγιοι Θεόδωροι, γενέτειρα του Παναγιοτάτου Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ιακώβου. Με τη συνοδεία του ιερέως του χωριού προσκυνήσαμε στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου και ακολούθησε η επίσκεψή μας στο σχολείο του χωριού.  Το 1972 λόγω φωτιάς το σχολείο καταστράφηκε και μόλις φέτος, μετά την ολοκλήρωση της αποκατάστασης, μπορεί πλέον να λειτουργήσει. Μάλιστα, ο ιερέας μας ανέφερε ότι θα ερχόταν στο χωριό δασκάλα από την Ελλάδα για έναν και μόνο μαθητή που θα φοιτά. Στη συνέχεια ο κ. Πανουσόπουλος πρόσφερε ως δώρο βιβλία για τη βιβλιοθήκη του σχολείου και κινήσαμε για το Μουσείο, την πατρική οικία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Εκεί με πολύ ενδιαφέρον θυμηθήκαμε πολλές σημαντικές στιγμές και πρόσωπα της πρόσφατης ιστορίας μέσα από τις αναρτημένες στους τοίχους φωτογραφίες. Επίσης, πολλά προσωπικά αντικείμενα του Πατριάρχη και της οικογένειάς του βρίσκονταν εκτεθειμένα παραπέμποντας στον τρόπο ζωής των κατοίκων του πολύπαθου νησιού. Λίγο πριν πάρουμε το καράβι της επιστροφής απολαύσαμε τον καφέ μας και γλυκό κανταΐφι στο ρομαντικό και φιλόξενο «Café Garaj» της κας Στέλλας Φυντάνη, Ίμβριας, που παραχειμάζει στη Θεσσαλονίκη.

Καθώς απομακρυνόμαστε με το καράβι από τη Ίμβρο δεν την αφήναμε από τα μάτια μας έως ότου χάθηκε από τον ορίζοντα. Αφήσαμε πίσω ένα κομμάτι του εαυτού μας βιώνοντας ανάμεικτα συναισθήματα, κάτι σαν χαρμολύπη και αναρωτιόμασταν, πόσες ακόμα συγκινήσεις θα μπορούσε να περιλαμβάνει ένα δεκαήμερο ταξίδι. Η αλήθεια, όμως, ήταν ότι οι συγκινήσεις δεν τελείωσαν εκεί. Μπροστά μας είχαμε να επισκεφτούμε έναν ακόμα ευλογημένο μικρασιατικό τόπο, το Αϊβαλί (Ayvalık).

Ο προορισμός της επόμενης ημέρας του ταξιδιού ήταν γνωστός. Το πρόγραμμα έγραφε: «συνεχίζουμε για το Αϊβαλί, τις αλλοτινές Κυδωνίες… Ακολούθως θα επισκεφτούμε τα Μοσχονήσια». Kαι εμείς μέσα στο λεωφορείο δεν κρύβαμε τον ενθουσιασμό μας για την επίσκεψή μας στη γενέτειρα του αγιογράφου και συγγραφέα Φώτη Κόντογλου και του λόγιου Ηλία Βενέζη. Το Αϊβαλί αποτέλεσε σύμβολο της προσφυγιάς του 1922, όταν το σύνολο των Ελλήνων έφυγε και στη θέση τους ήρθαν μουσουλμάνοι, κυρίως από την Κρήτη, στα πλαίσια της ανταλλαγής πληθυσμών. Ο Εκρέμ άρχισε να τραγουδάει «Δυο παλικάρια απ΄ το Αιβαλί μπήκαν στο στέκι του Μπαλή παρέα…» και δεν αργήσαμε να τον συνοδέψουμε όλοι μαζί. Μία πανέμορφη κωμόπολη που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Μυτιλήνης και ένα από τα πιο ιστορικά κέντρα του Ελληνισμού στη Μικρά Ασία ιδρύθηκε στο τέλος του 16ου ή στις αρχές του 17ου αιώνα από κατοίκους της Λέσβου, οι οποίοι εγκατέλειψαν την πατρίδα τους αναζητώντας καλύτερους όρους διαβίωσης. Η ονομασία της πόλης προέρχεται από την τουρκική λέξη ayva (αϊβά), η οποία σημαίνει «κυδώνι», τόσο τον καρπό όσο και το όστρακο, τα οποία αμφότερα αφθονούν στην ευρύτερη περιοχή. Εκτός από την ονομασία «Αϊβαλί», η οποία επιλέχθηκε ως κύρια, ήταν σε χρήση μέχρι τέλους και η λόγια ελληνική εκδοχή της «Κυδωνίαι».

Όταν κατά το 1773 ο τουρκικός στόλος πυρπολήθηκε και καταστράφηκε από τον ρωσικό μεταξύ Τσεσμέ-Χίου, ο ναύαρχος του τουρκικού στόλου καταρρακωμένος από την καταστροφή κατέφυγε στο Αϊβαλί. Εκεί ο  κληρικός Ιωάννης Δημητρακέλλης, γνωστός και ως Οικονόμος από το εκκλησιαστικό του αξίωμα, τον περιέθαλψε μαζί με τους συντρόφους του, παρέχοντας στέγη και τρόφιμα. Ο ναύαρχος επιστρέφει στην Πόλη και αργότερα γίνεται Μεγάλος Βεζύρης (πρωθυπουργός). Όταν κάποτε συναντιέται στην Πόλη με τον Δημητρακέλλη, του λέει: – Ζήτα μου ό,τι θέλεις και θα το έχεις, επειδή με βοήθησες αφιλοκερδώς σ’ εκείνη την τόσο δύσκολη στιγμή της ζωής μου. Ο συνετός Δημητρακέλλης πριν απαντήσει, επικοινώνησε με τη Δημογεροντία του Αϊβαλιού και ζήτησε τη γνώμη της για το τι θα ήταν καλύτερο να ζητήσει από τον Μεγάλο Βεζύρη. Η απάντηση ήταν ξεκάθαρη: Να δοθεί άδεια για να κατοικείται το Αϊβαλί μόνο από Έλληνες. Την ίδια ημέρα κυκλοφορεί το σχετικό φιρμάνι με την αιτούμενη άδεια και τη χορήγηση λοιπών προνομίων στην πόλη, το οποίο διασώζεται έως σήμερα, σύμφωνα με τον Εκρέμ. Περίοδος μεγάλης, λοιπόν, ακμής 1777-1922, όπου ζουν 30.000 κάτοικοι. Η πόλη πλουτίζει, ιδρύεται η περίφημη Ακαδημία Κυδωνιών από τον Καθηγητή και Ακαδημαϊκό Βενιαμίν Λέσβιο. Το 1811 τη διεύθυνση της Ακαδημίας ανέλαβε ο επίσης ονομαστός λόγιος Θεόφιλος Καΐρης και δίδαξε εκεί ο Γρηγόριος Σαράφης. Οι μαθητές της Ακαδημίας που ήθελαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους πήγαιναν στην Γαλλία και όταν επέστρεφαν, ελάμβαναν σημαντικές θέσεις στην οθωμανική αυτοκρατορία. Το Γυμνάσιο της πόλης με την πλουσιότατη βιβλιοθήκη του, που ονομάστηκε Διδότειος προς τιμήν του παρισινού εκδοτικού οίκου Didot, ο οποίος την πλούτισε με χιλιάδες τόμους, τα τυπογραφεία (μετά το 1911), από τα οποία εκδίδονταν εφημερίδες και περιοδικά, και οι πολιτιστικοί σύλλογοι δημιούργησαν πνευματική ζωή και ανέβασαν το πολιτιστικό επίπεδο. Τα ελληνικά σπίτια στις Κυδωνίες ήταν πολύ ωραία αρχοντικά, εκ των οποίων διασώζονται αρκετά σήμερα, συνθέτοντας ένα υπέροχο σκηνικό χρωμάτων και καλαισθησίας στα παράλια της Μ. Ασίας. Οι κάτοικοι μάλιστα του Αϊβαλιού ήταν τόσο καλόγουστοι, ώστε κάποιος Γάλλος στις αρχές του 19ου αιώνα να παραδεχτεί: «Ντρέπομαι να περπατώ στην παραλία του Αϊβαλιού δίπλα στους τόσο καλοντυμένους Αϊβαλιώτες και τις Αϊβαλιώτισσες». Υπάρχουν παλιοί Ορθόδοξοι ελληνικοί ναοί, όπως ο Άγιος Γεώργιος ο Χιλιοπολίτης, η Αγία Τριάδα, ο ναός των Ταξιαρχών και πολλοί έχουν μετατραπεί σε μουσουλμανικά τεμένη.

Το 2007 στο λιμάνι του Αϊβαλιού έγινε για πρώτη φορά μετά τον ξεριζωμό η τελετή του αγιασμού των υδάτων την ημέρα των Θεοφανίων.

Η επίσκεψή μας στο Αϊβαλί συνοδεύτηκε και από την περιήγηση στα Μοσχονήσια και συγκεκριμένα στο μεγαλύτερο νησί του συμπλέγματος, το Μοσχονήσι.  Τα Μοσχονήσια βρίσκονται στον κόλπο του Αδραμυτίου, ο οποίος σήμερα ονομάζεται Edremit Korfezi και ανήκουν στο σύμπλεγμα της αρχαίας Εκατονήσου. Είναι σε απόσταση περίπου ενός μιλίου από την όχθη της Μικράς Ασίας, ακριβώς απέναντι από την πόλη των Κυδωνιών και τέσσερα με πέντε μίλια ανατολικά της Λέσβου. Πριν από το 1922, τα Μοσχονήσια και το Αιβαλί ήταν στην πλειοψηφία τους ελληνικές περιοχές. Στο μεγαλύτερο από τα νησιά, το Μοσχονήσι,ζούσαν 10.000 Έλληνες, ενώ η πόλη του Αϊβαλιού είχε περίπου 35.000 κατοίκους. Σήμερα, το Μοσχονήσι ονομάζεται Cunda ή Alibey Adasi «νησί του Αλή» από το όνομα του διοικητή του τουρκικού στρατού που κατέλαβε το νησί το Σεπτέμβριο του 1922. Περπατήσαμε στα δρομάκια του νησιού έως το Ναό των Ταξιαρχών,στον οποίο γίνονται έργα αποκατάστασης. Εκεί βρήκαμε τη γιαγιά Ζεχρά, Τουρκοκρητικιά, που φάνηκε ιδιαίτερα χαρούμενη με την παρουσία Ελλήνων και μας παρακίνησε να τραγουδήσουμε μαζί της «Σε καινούρια βάρκα μπήκα και στον Άϊ Γιώργη βγήκα». Το οδοιπορικό έφτανε στο τέλος του.

Μεσημέρι Κυριακής, 7 Ιουλίου 2013, με το ημερολόγιο να γράφει «Αγίας Κυριακής της Μεγαλομάρτυρος» ταξιδεύοντας «… χίλια μύρια κύματα μακριά απ’ το Αϊβαλί», παίρνουμε το δρόμο για την επιστροφή στην μητροπολιτική Ελλάδα με τις βαλίτσες γεμάτες πάμπολλες εικόνες, έντονες συγκινήσεις και μια «γλυκιά» πικρία.

Ένα μαγικό ταξίδι στο όνειρο τελείωσε, όμως, τα παραμύθια στην πραγματικότητα δεν έχουν τέλος. Αντιθέτως, είναι διαχρονικά, μας ψυχαγωγούν, μας οικοδομούν, μας αναπαύουν, μας γεμίζουν γνώση και ελπίδα. Έτσι ακριβώς κι εμείς, ζώντας το δικό μας παραμύθι γεμίσαμε εμπειρίες, ενημερωθήκαμε, δακρύσαμε, χαρήκαμε και κυρίως ενδυναμώθηκε μέσα μας η αγάπη για το τρανό παρελθόν μας, από το οποίο επιμελώς και επισταμένως προσπαθούν ορισμένοι με ποικίλους τρόπους να μας ξεριζώσουν. Κρατάμε, λοιπόν, ζωντανές τις αναμνήσεις που μας ενδυναμώνουν στον αγώνα για διατήρηση της πολιτιστικής, πνευματικής, ιστορικής κληρονομίας των άξιων προγόνων μας. Δεσμευόμαστε να προσπαθήσουμε να τους μιμηθούμε -σε πείσμα των εναντίων- αγωνιζόμενοι τον «καλόν αγώνα» που θα μας αναδείξει αντάξιους συνεχιστές της μακραίωνης πορείας του Ελληνισμού. αφήνοντας ταυτόχρονα ισχυρή παρακαταθήκη στις νεότερες γενεές, ώστε να αποτελέσουν κι αυτές ατσάλινο κρίκο στην αλυσίδα της ελληνικής ιστορίας, όπως αυτή θα προεκτείνεται δυνατή και αναλλοίωτη στην πορεία της προς το μέλλον.

Το οδοιπορικό αυτό πραγματοποιήθηκε από την Παρασκευή 28 Ιουνίου έως και την Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

Ευχαριστώ το πρόγραμμα ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ που μου χάρισε τη δυνατότητα της υπέροχης αυτής εμπειρίας, τους καλούς φίλους με τους οποίους μοιραστήκαμε το παραμύθι και πρωτίστως το Θεό που με αξίωσε μαζί με την οικογένειά μου να πραγματοποιήσουμε αυτό το ονειρικό ταξίδι στα παράλια της ελληνίδας Μικράς Ασίας.

*Ευχαριστώ πολύ τον κ. Νικόλαο Αθανασίου, φιλόλογο και τον κ. Γεώργιο Πετρόπουλο, θεολόγο, για την πολύτιμη βοήθειά τους

Αθήνα, Νοέμβριος 2013

×

ΚΑΛΑΘΙ