Η Επανάσταση του 1821 στηρίχτηκε περισσότερο στην καρδιά και λιγότερο στο μυαλό. Μέσα σε ένα δυσμενές διεθνές πολιτικό περιβάλλον που έβλεπε αρνητικά κάθε λαϊκό ξεσηκωμό, που ήθελε να αποφύγει την οποιαδήποτε εκδήλωση εθνικής εξέγερσης, που προτιμούσε τα ήρεμα νερά ακόμη και με την επιβολή της απολυταρχίας, οι Φιλικοί τόλμησαν να οργανώσουν τον ξεσηκωμό του Γένους, πιστεύοντας στην ψυχή του αδούλωτου Ελληνισμού. Δημιούργησαν επαναστατικούς πυρήνες απ άκρου εις άκρον του απανταχού Ελληνισμού και με σύνθημα «Λευτεριά ή Θάνατος» έδωσαν όραμα για μια Ελεύθερη και Ανεξάρτητη Ελλάδα στηριγμένη στις Αρχές της Δημοκρατίας και της Πίστης στο Θεό.
Ένωσαν τις σημαίες τους οι οποίες, όλες (πάνω από 25), είχαν ένα κοινό σημείο: το Σταυρό και χωρίς τακτικό στρατό αλλά μπουλούκια, εκπαιδευμένοι στον κλεφτοπόλεμο των Αρματολών και Κλεφτών στα κακοτράχαλα βουνά της Ελλάδος, ξέσπασαν σε ένα πείσμωνα Αγώνα κατά του Μουσουλμάνου κατακτητή. Το όραμά τους για μια Πατρίδα ελεύθερη δεν τους εμπόδισε να υψώσουν το ανάστημα τους ενάντια στον οθωμανικό στρατό, στοχεύοντας στην αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας και στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου και απελευθερωμένου κράτους. Και όταν οι πρώτες νίκες ήρθαν κατά του τακτικού τουρκικού στρατού, φούντωσε ο Αγώνας πρώτα στην Πελοπόννησο και μετά στη Στερεά Ελλάδα υπό την αρχηγία μιας προσωπικότητας, που σύντομα έγινε σεβαστή και αναγνωρίστηκε από όλους ως αρχιστράτηγος του Αγώνα: Του Θοδωρή Κολοκοτρώνη.
Έλεγε χαρακτηριστικά ο Γέρος του Μωριά: «Οι Έλληνες είναι τρελοί, αλλά έχουν γνωστικό Θεό που τους προστατεύει». Η πίστη τους στο Θεό και τα ιδανικά της ελευθερίας τους ώθησε στον ξεσηκωμό, τους ώθησε να πιάσουν τα όπλα στα χέρια και να προτάξουν τα στήθη τους μπροστά στην στρατιωτική μηχανή της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Ο Αγώνας κράτησε δέκα περίπου χρόνια περνώντας από συμπληγάδες πέτρες και την αρχική φλόγα της Απελευθέρωσης διαδέχθηκε η διχόνοια, ο τοπικισμός και η αρχομανία. Αυτή κόντεψε να γίνει η αιτία της αποτυχίας του ξεσηκωμού. Τότε και με τη βοήθεια των Ξένων Ηγέτιδων Δυνάμεων της εποχής, οι οποίες ωθούμενες από τη μεταστροφή της κοινής γνώμης υπέρ των σφαγιαζόμενων από τους Μουσουλμάνους Χριστιανών, συνειδητοποίησαν ότι είχε φθάσει η στιγμή να Ανατείλει και πάλι ο Ήλιος της Ελλάδος, ο ήλιος του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, ο ήλιος της Βεργίνας, το πάθος του Αποστόλου Παύλου και των μαρτύρων της Πίστης που θυσιάστηκαν υπερασπιζόμενοι τη νέα θρησκεία της Αγάπης, το άσβεστο φως της Αγία Σοφίας.
Αφουγκράσθηκαν το πνεύμα των λογίων που μεταλαμπάδευσαν την Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία στη Δυτική Ευρώπη νικώντας το σκοταδισμό του Μεσαίωνα και φέρνοντας το Φως της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Έλαβαν την απόφαση να βοηθήσουν να αναγεννηθεί η Ελλάδα, η κοιτίδα του Δυτικού πολιτισμού και της Χριστιανοσύνης. Αυτή η Ελλάδα ολοκλήρωσε τη γεωγραφική της έκταση μόλις το 1947 με την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων, έχοντας περάσει έναν ατυχή πόλεμο, αλλεπάλληλες πτωχεύσεις, συμμετέχοντας ενεργά σε δύο παγκοσμίους πολέμους και βιώνοντας μία βίαιη ανταλλαγή πληθυσμών, βρήκε το βηματισμό της στα τέλη του 20ού αιώνα και ευρισκόμενη πλέον στο σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης παλεύει να επιπλεύσει και να πάρει την ιστορική θέση που της ανήκει.
Η Ελλάδα πλέον οραματίζεται όχι να φθάσει τους οικονομικά ισχυρούς της Ευρώπης αλλά να τους ξεπεράσει στηριγμένη στον αμύθητο πολιτισμό της, στην φυσική ομορφιά του τοπίου της και στην αξιοσύνη του εργατικού δυναμικού της, το όραμα του Καποδίστρια για την Ελλάδα – Παγκόσμια πρωτεύουσα του πολιτισμού είναι επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε.
Ελισσάβετ Κακάνη
Δημοτική Υπάλληλος
ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
- Απόφοιτη “Ευρωπαϊκού Πολιτισμού” του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου
- Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο πρόγραμμα “Ορθόδοξη Χριστιανική Θεολογία και Θρησκευτικός Πλουραλισμός” του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου