“Ψυχή μεγάλη και γλυκειά, μετά χαράς στο λέω:
Θαυμάζω τες γυναίκες μας και στ’ όνομα τους μνέω.”
(Διον. Σολωμού, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι).
Η Θράκη κατελήφθη, όπως γνωρίζουμε, από τους Τούρκους ένα περίπου αιώνα νωρίτερα (το 1361) από την πτώση της Κωνσταντινούπολης (το 1453). Σε όλο αυτό το διάστημα της μακράς σκλαβιάς και παρά τις δυσμενείς συνθήκες, τις οποίες αναφέραμε παραπάνω, έλαβαν χώρα αρκετές ένοπλες εξεγέρσεις, πολλοί θράκες θυσιάστηκαν στα πεδία των μαχών εντός και εκτός του θρακικού χώρου. Υπήρξαν επαναστατικά κινήματα αμέσως μετά την έναρξη της Επανάστασης, όπως στην Αίνο, τη Σαμοθράκη, τα Λάβαρα, την Καλλίπολη κ.α. Στη Σαμοθράκη κατέστειλαν την επανάσταση οι Τούρκοι με πολυάριθμο στρατό και τους μεν άνδρες τους κατέσφαξαν τα δε γυναικόπαιδα τα πούλησαν σαν σκλάβους. Στην Αίνο, εκτός από την προσφορά στον κατά θάλασσα αγώνα από την οικογένεια του Χατζή-Αντώνη Βιζβίζη και της συζύγου του Δόμνας και πολλών άλλων Αινιτών ναυτικών που έδωσαν τη ζωή τους, υπήρξε και στην στεριά επανάσταση και ένοπλη πάλη. Οι Τούρκοι κατέστειλαν την επανάσταση στην Αίνο και κατέσφαξαν τους κατοίκους, που δεν μπόρεσαν να διαφύγουν στα περίχωρα.
Μεγάλη όμως υπήρξε και μια άλλη προσφορά και συμφορά των κατοίκων της Θράκης. Πρόκειται για το περίφημο παιδομάζωμα, κατά το οποίο οι Τούρκοι, κατά τους δύο-τρεις πρώτους αιώνες της σκλαβιάς κυρίως, έπαιρναν παιδιά 5-7 ετών, τα κατηχούσαν στον ισλαμισμό και τα φανάτιζαν με την πίστη στο Κοράνι και την υπακοή στον σουλτάνο. Γίνονταν φανατικότεροι των Τούρκων, οι λεγόμενοι Γενίτσαροι. Στη Θράκη, που η σκλαβιά προηγήθηκε των υπολοίπων περιοχών της Ελλάδας, το φαινόμενο του παιδομαζώματος είχε πάρει διαστάσεις μάστιγας. Πάνω από 300.000 παιδιά υπολογίζεται ότι έγιναν Γενίτσαροι από τη Θράκη μέσα στους δύο πρώτους αιώνες της σκλαβιάς. Ακολούθησαν εκπατρισμοί βίαιοι, για να αλλάξει εθνολογικά η Θράκη, δήωση πολλών θρακικών περιοχών και πόλεων (Σαμοθράκη, Αδριανούπολη, Διδυμότειχο κ.ά.), σφαγές ομαδικές και απαγχονισμοί ολόκληρων χωριών και περιοχών, όπως του Ισαακίου, του Σοφικού, του Ασημένιου, του Διδυμοτείχου, της Αδριανούπολης, των Σαράντα Εκκλησιών, της Μεσημβρίας, της Καλλίπολης, της Ραιδεστού, της Σηλυβρίας κ.ά.
Επίσης στον αγώνα του έθνους πρόσφεραν πολλά και γυναίκες Θρακιώτισσες, οι οποίες αναφέρονται σε πολλές ιστορικές πηγές και μελέτες. Άλλες συνόδευσαν τους άντρες στους στην κάθοδο στη Νότια Ελλάδα, άλλες αγωνίστηκαν μεταφέροντας πολεμοφόδια στους άνδρες τους, όπως συνέβη στην περίπτωση των γυναικών των Λαβάρων, όταν η Πύλη έστειλε μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις για την καταστολή της επανάστασης που είχε κηρυχθεί στην περιοχή
Η Ευφροσύνη Νέγρη, λέει η συγγραφέας Παρρέν: « Ειργάσθη, προς διάδοσιν των κυοφορουμένων τότε φιλελευθέρων ιδεών και η αίθουσα της απετέλει το κέντρον των μυστικών συναθροίσεων των μεμυημένων ομογενών. Υπό τας μυροβόλους ανθοδέσμας των πολυτελών δοχείων, εκρύβοντο τα εγχειρίδια* και τα όπλα, τα οποία κρυφά και μεταξύ δύο φιλοφρονήσεων μετεβιβάζοντο εις τους ήρωας, οίτινες υπό τοιούτων γυναικών ενεθαρρύνοντο εις την ευγενή και μεγάληναπόφασιν να πληρώσωσι με το αίμα τους την ελευθερία της χώρας των».*εγχειρίδιο: μικρό μαχαίρι.
Η Μαριγώ Ζαραφοπούλα, από τα Ταταύλα της Κωνσταντινούπολης: την χρησιμοποίησαν πολλές φορές για μεταφορά πολύτιμων εγγράφων. Έδωσε πολλές φορές λεπτά στην Εταιρία της Πόλης, πήρε μυστικά απ’ τους Τούρκους και τα ‘φερε στους Φιλικούς, έσωσε πατριώτες απ’ την προδοσία του Ασημάκη και φυγάδεψε στελέχη του αγώνα σε στιγμές κινδύνου. Όπως βεβαιώνουν οι πατριώτες Π.Μαυρομιχάλης και Δημ. Ορλώφ «…εφυλακίσθη και εξωρίσθη ως λαβούσα μέρος εις την Εταιρίαν».
Όταν εισέβαλαν οι Αιγύπτιοι στην Πελοπόννησο, η Μαριγώ και πάλι εστάλη σε διάφορα μέρη όπου εκρατούντο αιχμάλωτοι, έδωσε και έλαβε γράμματα. Και ακόμα «όταν τα ελληνικά όπλα και το υπό την οδηγίαν του συνταγματάρχου Φαβιέρου πεζικόν υπέφερε εν Καρύστω, η μνησθείσα κυρία δι’ ίδίων της χρημάτων εφόρτωσε από τις Σπέτζες μίαν γολέταν με παξιμάδια και τα επήγε η ίδια εις Κάρυστον».
Στην αίτησή της στην «Εξεταστική επί του Ιερού Αγώνος Επιτροπή» ζητούσε σύνταξη.Παραπονείται ότι άλλοι που πρόσφεραν πολύ λιγότερα απ’ αυτήν και τον άνδρα της πήραν σύνταξη. Και αυτή, που στερείται ακόμα και αυτού του επιουσίου, δεν έλαβε τίποτα.
Δόμνα Βισβίζη
”Μια από τις Θρακιώτισσες ηρωίδες γυναίκες που αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στον αγώνα για την απελευθέρωση του έθνους και προσέφερε και όλη την περιουσία της υπήρξε και η εξ Αίνου Ανατολικής Θράκης καταγόμενη Δόμνα Βισβίζη.
Αφιερώθηκε εις την Μεγάλη ιδέα της Φιλικής Εταιρείας, εις την οποία μυήθηκε μετά τον σύζυγό της Χατζηαντώνη Βισβίζη, ξόδεψε για τον αγώνα και τον τελευταίο οβολό της, δια τη συντήρηση του πλοίου της ως ετοιμοπόλεμου και μάχιμου και όταν δεν μπορούσε η ίδια να το συντηρήσει, το προσέφερε και αυτό στον αγώνα.
Η Δόμνα Βισβίζη γεννήθηκε στην Αίνοτο 1783. ήταν παντρεμένη με τον αγωνιστή Χατζη-Αντώνη Βισβίζη που ήταν μυημένος στην Φιλική Εταιρεία. Ο Βισβίζης διοικούσε το μπρίκι του την «Καλομοίρα» και συμμετείχε στην Ελληνική Επανάσταση .
Η Δόμνα και τα πέντε παιδιά τους τον ακολουθούσαν πάντα στις πολεμικές επιχειρήσεις Η Δόμνα Βισβίζη απέκτησε πολλές εμπειρίες και έτσι όταν σκοτώθηκε ο σύζυγος της συνέχισε με ανδρεία και ηρωισμό ως καπετάνισσα της «Καλομοίρας» διαθέτοντας όλη της την περιουσία για την συντήρηση του πλοίου.
Επί τρία χρόνια 1821-1823 πρόσφερε τις υπηρεσίες της σε όλα τα ελληνικά πελάγη . Το 1823 παραχώρησε το πλοίο στην ελληνική διοίκηση για να μετατραπεί σε πυρπολικό και αποσύρθηκε από την ενεργό δράση . Με την «Καλομοίρα» πυρπολήθηκε από τον Πιπίνο στον Τσεσμέ η τουρκική φρεγάτα στην οποία βρίσκονταν το θησαυροφυλάκιο του σουλτανικού στόλου.
Η Δόμνα έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής της στο Ναύπλιο , την Ύδρα και την Σύρο. Το τέλος της; Πέθανε εγκαταλειμμένη, πτωχή και λησμονημένη. Μέσα από μια σειρά εγγράφων, αποσπάσματα των οποίων παρατίθενται, διαπιστώνει κανείς την αγωνία της Θρακιώτισσας αγωνίστριας για την επιτυχία του αγώνα, την μεγάλη προσφορά της αλλά και την ολοσχερή εγκατάλειψη από τηνπολιτεία. (”Πηγή: Θεόδωρος Ορδουμποζάνης, Εθνολογικό Μουσείο Θράκης)
Κυριακή Ναύτη
Σμύρνη, Μάρτιος 1820. Ένα χρόνο πριν από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης, στο αρχοντικό του γιατρού Μιχαήλ Ναύτη πραγματοποιούνται ανελλιπώς συναντήσεις των Φιλικών της μικρασιατικής πόλης. Η γυναίκα του Ναύτη, αγνοώντας έως εκείνη τη στιγμή τον σκοπό των συγκεντρώσεων, ανακαλύπτει το μυστικό του άντρα της. Οι επιλογές ήταν δύο. Θάνατος ή μύηση στη Φιλική Εταιρεία. Η Κυριακή Ναύτη έγινε η πρώτη και μοναδική γυναίκα, η οποία έγινε μέλος της οργάνωσης που προετοίμασε το έδαφος για την αφύπνιση του ελληνικού λαού εναντίον του τουρκικού ζυγού…. Στις αρχές του 1820, η Κυριακή Ναύτη ανησυχούσε μήπως ο άνδρας της είχε προβλήματα με τις τουρκικές αρχές. Ένα βράδυ αποφάσισε να μπει κρυφά στο γραφείο του. Σηκώθηκε, ξεκλείδωσε την πόρτα και άνοιξε τον χαρτοφύλακα του συζύγου της. Βρήκε χιλιάδες έγγραφα της Φιλικής Εταιρείας, τα περισσότερα από τα οποία όμως ήταν αποκρυπτογραφημένα. Μόλις ο Μιχαήλ Ναύτης αντίκρισε τη γυναίκα και τα απόρρητα έγγραφα που είχαν παραβιαστεί, τρομοκρατήθηκε. Ο όρκος των Φιλικών ήταν μυστικός και μάλιστα ένα από τα άρθρα του έλεγε: «Ορκίζομαι να μην φανερώσω το παραμικρόν από τα σημεία και τους λόγους της Εταιρείας, μήτε να σταθώ κατ’ ουδένα λόγον η αφορμή του να καταλάβωσιν άλλοι ποτέ ότι γνωρίζω περί τούτων, μήτε εις συγγενείς μου, μήτε εις πνευματικόν ή φίλον μου…» Για εκείνον υπήρχαν δύο λύσεις. Είτε η γυναίκα του να πεθάνει είτε να μυηθεί στην οργάνωση. Την κλείδωσε σε ένα δωμάτιο και αμέσως ενημέρωσε τα υπόλοιπα μέλη της Φιλικής Εταιρείας που βρίσκονταν στη Σμύρνη. Όταν έφτασαν στο αρχοντικό του, ο Μιχαήλ Ναύτης της με δάκρυα στα μάτια τούς είπε: «Πάρτε το πιστόλι μου αυτό και θυσιάστε την, αν πρόκειται με τη θυσία αυτή να μη διακινδυνεύσει η πατρίδα. Ας θαφτεί το τρομερό μυστικό μαζί της. Την αγαπώ πολύ, γιατί είναι η μητέρα των παιδιών μου, μα πρώτα έρχεται το συμφέρον της Πατρίδας». Η πρώτη μυήτρια της Φιλικής Εταιρείας Τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, βλέποντας ότι ο Ναύτης θα θυσίαζε ακόμη και τη γυναίκα του, αν έμπαινε εμπόδιο στην ελληνική επανάσταση, αποφάσισαν να μη σκοτώσουν την Κυριακή, αλλά να τη μυήσουν κι εκείνη στη Φιλική Εταιρία. Τον Μάρτιο του 1820, η γυναίκα από τη Σμύρνη ορκίστηκε στη μυστική οργάνωση. Η Κυριακή Ναύτη έγινε έτσι η πρώτη, αλλά και η μοναδική γυναίκα μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Μαζί με τον σύζυγό της συνέβαλε, κυρίως οικονομικά, στην προετοιμασία του ελληνικού επαναστατικού αγώνα. Με δική της πρωτοβουλία, πραγματοποίησε μυστικούς εράνους στη μικρασιατική πόλη και τον Μάρτιο του 1821 έστειλε με ιστιοφόρο στη Μάνη σημαντικό αριθμό πολεμοφοδίων, τα οποία και παρέλαβε ο ηρωικός αρματολός Νικοτσάρας. Μια από τις πρώτες της αποστολές ως Φιλική ήταν η αποστολή 3.000 γροσιών στην υποδουλωμένη Ελλάδα, ενώ δεν δίστασε να πουλήσει τα κοσμήματα κι ένα μεγάλο μέρος της πατρικής της περιουσίας, για να ενισχύσει τον αγώνα για την ελευθερία. Πληροφορίες αντλήθηκαν από το βιβλίο των Ν. και Γ. Σαραντόπουλου, «Γυναίκες και γη της Μικράς Ασίας και του Πόντου»…
O ξεσηκωμός των κατοίκων της Σαμοθράκης (Απρίλιος 1821) – Ο τουρκικός στόλος στο νησί (1η Σεπτεμβρίου 1821) – Η πολυήμερη σφαγή των κατοίκων του νησιού και η ερήμωσή του – Το λογχισμένο Ευαγγέλιο – Η πλήρης άγνοια για τη σφαγή της Σαμοθράκης του επίσημου ελληνικού κράτους ως τις αρχές του 20ου αιώνα
Τα μωρά κάτω των 2 ετών εκτελέστηκαν όπως και οι γυναίκες που ήταν μεγαλύτερες των 40 ετών. Τα υπόλοιπα γυναικόπαιδα, έγιναν «περιουσία» των πιστών μουσουλμάνων. Τα μισά από τα γυναικόπαιδα αυτά, δεν άντεξαν τις κακουχίες και πέθαναν σύντομα. Αναφέρονται συγκλονιστικές ιστορίες γυναικών που αυτοκτονούσαν για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων ή ρίχνονταν με τα παιδιά τους σε γκρεμούς, ως άλλες Σουλιώτισσες. Φριχτός φόρος, οι γυναίκες που ήταν καταδικασμένες να μπουν στα κακόφημα σπίτια (σύμφωνα με το πολεμικό δίκαιο των Μωαμεθανών) καταφέρνουν να μετριαστεί η ποινή τους, χάρη στην απληστία των δεσποτών τους που τις πούλησαν μαζί με τα παιδιά τους στην αγορά του Σουλτανιέ Καλεσί.
Ο ψυχικός κόσμος της Ελληνίδας
Και όταν ο αγώνας τελείωσε, παρά τη δραματική εξάντληση, η Ελληνίδα, η χαροκαμένη γυναίκα του απόμαχου αγωνιστή , η μαυροφορεμένη χήρα του πεσόντος μαχητή, η αλύγιστη μάνα των πεινασμένων ή, καθώς λέγονταν στη Μάνη, των μαύρων ορφανών, ξεπέρασαν τον πόνο τους και ξαναβρήκαν τη ζωτικότητα και την Πίστη στο Θεό και στο Γένος, την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και νοικοκύρεψαν την νεοελληνική οικογένεια και τον τόπο ετούτο τον Ελληνικό. Η σκέψη τους, η καρδιά τους, οι παραγωγικές ικανότητες δεν έγιναν υπόθεση φιλοπρωτίας ή πολιτικού ανταγωνισμού, αλλά έδωσαν ηθική και πνευματική θέρμη στο λαό μας. Και αυτή την παράδοση της Ελληνίδας της Τουρκοκρατίας και του εικοσιένα, ακολούθησε και η Ελληνίδα του Σαράντα.
Η Ελληνίδα γυναίκα στην Τουρκοκρατία και στο εικοσιένα, ούτε διακηρύξεις, ούτε επίσημες κατοχυρώσεις είχε για την ισότητα των δύο φύλων και για δικαιώματα! Είχε όμως αφάνταστα εκπληκτική ευαισθησία για τις υποχρεώσεις της στην Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη και στην Ελλάδα.
Παναγιώτα Δουλάμη
Πρόεδρος Παραρτήματος Αλεξανδρούπολης, Ένωση Γυναικών Ελλάδας, www.ege.gr